ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΣτΕ Ολομ. 1755/2019
Αριθμός Απόφασης : 1755
'Ετος : 2019
Δικαστήριο : Συμβούλιο της Επικρατείας


Αριθμός 1755/2019
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαΐου 2019, με την εξής σύνθεση: Αικ. Σακελλαροπούλου, Πρόεδρος, Σπ. Χρυσικοπούλου, Μ. Πικραμένος, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Αντωνόπουλος, Σπ. Μαρκάτης, Ά. Καλογεροπούλου, Β. Ραφτοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κ. Πισπιρίγκος, Α. Χλαμπέα, Ηλ. Μάζος, Χρ. Ντουχάνης, Ελ. Παπαδημητρίου, Β. Πλαπούτα, Δ. Εμμανουηλίδης, Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου, Ι. Σύμπλης, Κ. Κονιδιτσιώτου, Α. Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, Αγγ. Μίντζια, Μ. Τριπολιτσιώτη, Α. Σδράκα, Χ. Λιάκουρας, Ι. Αργυράκη, Ν. Σκαρβέλης, Σύμβουλοι, Φρ. Γιαννακού, Ε. Σταυρουλάκη, Δ. Τομαράς, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Χρ. Ντουχάνης και Κ. Κονιδιτσιώτου καθώς και ο Πάρεδρος Δ. Τομαράς μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελ. Γκίκα.

Για να δικάσει την από 14 Νοεμβρίου 2018 αίτηση:

της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Θεόδωρο Παπαγεωργίου (Α.Μ. 24285), που τον διόρισε με εντολή και εξουσιοδότηση της Ιεράς Συνόδου,

κατά των: 1) Υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος παρέστη με την ***, Νομική Σύμβουλο του Κράτους και

2) ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου», το οποίο δεν παρέστη,

και κατά των παρεμβαινόντων: 1) Δήμου Τήνου Κυκλάδων, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο *** (Α.Μ. ***) που τον διόρισε με απόφαση της Οικονομικής του Επιτροπής και ο Δήμαρχος στο ακροατήριο και 2) ..., ο οποίος παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο που τον διόρισε στο ακροατήριο.

Στη δίκη παρεμβαίνει με προφορική δήλωση στο ακροατήριο, υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξεως ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ο οποίος παρέστη με την Αικατερίνη Γαλάνη, Νομική Σύμβουλο του Κράτους.

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται λόγω σπουδαιότητας στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 15ης Νοεμβρίου 2018 πράξης της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδ. α΄ και γ΄, 20 και 21 του π.δ. 18/1989.

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα Εκκλησία της Ελλάδος επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η υπ’ αριθμ. 44231/27.7.2018 απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου και 2) η από 22.10.2018 έκθεση συνεδρίασης της Διοικούσας Επιτροπής του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου (Ν.Π.Δ.Δ.), κατά το μέρος που αφορά την εκλογή του Αντιπροέδρου και του Γενικού Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος και τη συγκρότησή της σε σώμα.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Δ. Εμμανουηλίδη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας Εκκλησίας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο των παρεμβαινόντων και την αντιπρόσωπο των Υπουργών, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείται, κατά το νόμο (άρθρο 28 παρ. 4 ν. 2579/1998, Α΄ 31), η καταβολή παραβόλου.

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 24.1.2019 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση: α) της 44231/27.7.2018 αποφάσεως του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, με την οποία διορίσθηκαν τα εκλεγέντα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. και κλήθηκαν να συνέλθουν αφενός υπό την προεδρία του επιχώριου Μητροπολίτη για να συγκροτηθούν σε σώμα και να ορκισθούν και αφετέρου υπό την προεδρία του μέλους που πλειοψήφησε κατά τις αρχαιρεσίες για να εκλέξουν Αντιπρόεδρο και Γενικό Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής και β) της από 22.10.2018 έκθεσης συνεδρίασης της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., καθ’ ο μέρος με αυτή εξελέγησαν Αντιπρόεδρος και Γενικός Γραμματέας και, στη συνέχεια, η Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος συγκροτήθηκε σε σώμα. Επειδή, νομιμοποιείται παθητικώς ο Υπουργός Εσωτερικών, γιατί, σύμφωνα με το άρθρο 28Α παρ. 3 του ν. 4325/2015 (Α΄ 47), διορίζει τον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, του οποίου, εν προκειμένω, προσβάλλεται πράξη του.

3. Επειδή, νομιμοποιείται παθητικώς ο Υπουργός Εσωτερικών, γιατί, σύμφωνα με το άρθρο 28 Α παρ. 3 του ν. 4325/2015 (Α΄ 47), διορίζει τον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, πράξη του οποίου, προσβάλλεται εν προκειμένω.

4. Επειδή, με το ν. 349/1976 (Α΄ 149) «περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου», ο οποίος τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε διαδοχικώς με τα άρθρα 66 του ν. 590/1977 (Α΄ 146), 69 παρ.16 του ν. 1566/1985 (Α΄ 167), 8 του ν. 2740/1999 (Α΄ 186), 59 του ν. 3966/2011 (Α΄ 118), 26 του ν. 4301/2014 (Α΄ 223) και 48 του ν. 4521/2018 (Α΄ 38), ορίζονται και τα εξής: α) το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπό την εποπτεία του Κράτους [άρθρο 1], το οποίο διοικείται από δεκαμελή Διοικούσα Επιτροπή με Πρόεδρο τον επιχώριο Μητροπολίτη, τα λοιπά δε εννέα μέλη είναι αιρετά [άρθρο 2 παρ. 1 (όπως το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 5 του ν. 2740/1999)], β) τα αιρετά μέλη είναι Έλληνες πολίτες, Τήνιοι, Χριστιανοί Ορθόδοξοι και κάτοικοι της νήσου Τήνου, εκλέγονται δε από σώμα εκλεκτόρων [άρθρο 2 παρ. 2 (όπως το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 5 του ν. 2740/1999)], γ) το σώμα των εκλεκτόρων συγκροτείται από: αα) τον επιχώριο Μητροπολίτη, ββ) τον Δήμαρχο και τα τακτικά μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Τήνου, γγ) τους Προέδρους των Συμβουλίων των Δημοτικών Κοινοτήτων, καθώς και τους Προέδρους των Συμβουλίων και τους εκπροσώπους των Τοπικών Κοινοτήτων του Δήμου Τήνου, δδ) τους Περιφερειακούς Συμβούλους της εκλογικής περιφέρειας της Περιφερειακής Ενότητας Τήνου και εε) τα επτά πρώτα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αδελφότητας Τηνίων εν Αθήναις [άρθρο 2 παρ. 3 (όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 59 παρ. 21 του ν. 3966/2011)], δ) όλα τα μέλη του σώματος των εκλεκτόρων, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να είναι και εκλόγιμοι, είναι υποχρεωτικώς Τήνιοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, άλλως αντικαθίστανται κατά τη νόμιμη τάξη των αναπληρωτών τους, εφόσον υπάρχουν [άρθρο 2 παρ. 4 (όπως η παρ. 4 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 59 παρ. 21 του ν. 3966/2011)], ε) οι αρχαιρεσίες προς ανάδειξη των μελών της Διοικούσας Επιτροπής προκηρύσσονται από τον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου [άρθρο 4 περ. α (όπως η περ. α τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 4301/2014) και άρθρο 28 παρ. 1 του ν. 4325/2015, Α΄ 47], οι υποψηφιότητες υποβάλλονται γραπτώς στον Ειρηνοδίκη Τήνου [άρθρο 4 περ. β] και οι εκλέκτορες ψηφίζουν, με μυστική ψηφοφορία, μέχρι τρία πρόσωπα από τον κατάλογο των υποψηφίων [άρθρο 4 περ. δ (όπως η περ. δ αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 2740/ 1999)], στ) αμέσως μετά τη διαλογή των ψήφων η εφορευτική επιτροπή ανακηρύσσει, ως τακτικά μέλη, τους πρώτους εννέα από τους υποψηφίους που έλαβαν τις περισσότερες ψήφους και, ως αναπληρωματικά μέλη, τους επόμενους πέντε κατά τη σειρά των ψήφων που έλαβαν [άρθρο 4 περ. ε (όπως η περ. ε τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 7 του ν. 2740/1999)] και σε περίπτωση που στην πρώτη ψηφοφορία δεν εκλεγούν τα εννέα τακτικά και τα πέντε αναπληρωματικά μέλη της Διοικούσας Επιτροπής, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται τόσες φορές και χωρίς διακοπή μέχρι τη συμπλήρωση του αριθμού των τακτικών και αναπληρωματικών μελών, σε περίπτωση δε ισοψηφίας διενεργείται κλήρωση [άρθρο 4 περ. στ και ζ (όπως η περ. στ τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 7 του ν. 2740/1999)], ζ) η εφορευτική επιτροπή συντάσσει το πρακτικό της εκλογής, το οποίο υποβάλλει αμελλητί στον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, ο οποίος με τη σειρά του προσκαλεί τους εκλεγέντες να συγκροτηθούν, υπό την προεδρία του Μητροπολίτη, σε σώμα, μεριμνά δε για τον διορισμό τους καθώς και για την ορκωμοσία και την επίσημη εγκατάστασή τους [άρθρο 4 περ. η (όπως η περ. η τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 4301/2014)], η) τα εκλεγέντα μέλη της νέας Διοικούσας Επιτροπής συνέρχονται σε ολομέλεια, κατόπιν πρόσκλησης του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου και υπό την προεδρία του πλειοψηφήσαντος κατά τις εκλογές αναδείξεώς τους εκλέγουν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα με μυστική ψηφοφορία και συγκροτούνται σε σώμα υπό τον Πρόεδρό της [άρθρο 4 περ. θ (όπως η περ. θ ισχύει μετά την κατάργηση του άρθρου 26 παρ. 1 του ν. 4301/2014 με το άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 4521/2018 και την επαναφορά σε ισχύ της περ. θ όπως ίσχυε την 1.1.2014)] και θ) η θητεία των μελών της Διοικούσας Επιτροπής είναι τριετής [άρθρ. 4 περ. ι].

5. Επειδή, οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς, διότι η πρώτη αποτελεί νόμιμο έρεισμα της δεύτερης, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους και κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του ίδιου σκοπού (ΣτΕ 1599/2018 σκ. 4).

6. Επειδή, η αιτούσα Εκκλησία της Ελλάδος ασκεί, κατ’ άρθρο 47 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), με έννομο συμφέρον την κρινόμενη αίτηση, γιατί το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. εκτός από ευαγές ίδρυμα, εκφράζει το θρησκευτικό συναίσθημα των Ορθόδοξων Ελλήνων έχοντας ως βάση και σημείο αναφοράς τον Ιερό Ναό της Ευαγγελιστρίας της Τήνου, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με το από 28.11.2018 κοινό δικόγραφο, με το οποίο παρεμβαίνουν στη δίκη ο Δήμος Τήνου και ο Δήμαρχος Τήνου, είναι απορριπτέα, ως αβάσιμα.

7. Επειδή, ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, στον οποίον κοινοποιήθηκε αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης και της από 15.11.2018 πράξης της Προέδρου του Δικαστηρίου περί ορισμού εισηγητή και δικασίμου (βλ. το από 20.11.2018 αποδεικτικό επίδοσης αρμόδιου δικαστικού επιμελητή του Δικαστηρίου), άσκησε παραδεκτώς, σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 2 περ. β΄ του π.δ. 18/1989, παρέμβαση στο ακροατήριο υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων, διότι, κατά το νόμο (άρθρο μόνο του π.δ. 353/1997, Α΄ 239), εποπτεύει το ν.π.δ.δ. του Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας της Τήνου (ΣτΕ 3631/2015 Ολομ.).

8. Επειδή, υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης με έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν με κοινό δικόγραφο ο Δήμος Τήνου και ο Δήμαρχος Τήνου, γιατί με το άρθρο 13 του 8/1970 Κανονισμού της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Α΄ 81), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 7 του ν. 349/1976, προβλέπεται υπέρ του Δήμου Τήνου πόρος ποσοστού 10% επί των ακαθαρίστων εσόδων του Π.Ι.Ι.Ε.Τ.

9. Επειδή, με το άρθρο 1 του ν.δ. της 6.9.1925, το οποίο κυρώθηκε με το ν. 3775/1929 (Α΄ 10), το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. διοικεί τον ομώνυμο Ιερό Ναό της Παναγίας της Τήνου και διαχειρίζεται την περιουσία του. Πέραν τούτου όμως, η νομοθεσία που διέπει το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. διαχρονικώς [βλ. β.δ. 7.4.1851(Α΄ 11), β.δ. 19.12.1887 (Α΄ 349), το κυρωθέν με το ν. 3775/1929 (Α΄ 10) ν.δ. της 6.9.1925, α.ν. 1099/1938 (Α΄ 70), ν. 2353/1953, (Α΄ 77)], η οποία το χαρακτηρίζει ως «δημόσιο κατάστημα» ή «πανελλήνιο Ίδρυμα», του έχει προσδώσει έντονο χαρακτήρα «ευαγούς καθιδρύματος», με την ανάθεση σε αυτό ποικίλων κοινωφελών σκοπών και έργων που ανάγονται, ιδίως, στη χρηματοδότηση έργων λιμενικών, κοινοτικών, υδρευτικών, οδοποιίας και ρυμοτομίας της πόλεως της Τήνου, στη στέγαση προσκυνητών, στη χορήγηση υποτροφιών, στη συντήρηση μουσείου, στην ίδρυση φιλανθρωπικών και εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, στην ίδρυση λαϊκών οικημάτων κλπ. (βλ. ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., 739/1998 Ολομ., 2037-8/1979 επταμελούς, ΠΕ 194/2007). Από τα παραπάνω συνάγεται ότι διαχρονικώς το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. έχει διττό χαρακτήρα και διττή αποστολή, που συνιστούν και την ιδιομορφία του σε σχέση με τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τα εκκλησιαστικά ιδρύματα, δεδομένου ότι, αφενός εκφράζει το θρησκευτικό συναίσθημα των Ορθόδοξων Ελλήνων, έχοντας ως βάση και σημείο αναφοράς τον Ιερό Ναό της Ευαγγελιστρίας της Τήνου, αφετέρου έχει αναπτυχθεί σε πολύμορφο οργανισμό ευαγούς Εθνικού Καθιδρύματος (ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., ΠΕ 194/2007).

10. Επειδή, η διοίκηση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ασκήθηκε για περισσότερα από εκατό έτη υπό την άμεση εποπτεία του Κράτους (βλ. β.δ. 7.4.1851, β.δ. 19.12.1887, το κυρωθέν με το ν. 3775/1929 ν.δ. της 6.9.1925, α.ν. 1099/1938, ν. 2353/1953). Με το ν.δ. 126/1969 και τον, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, 8/1970 Κανονισμό της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, το εν λόγω Ίδρυμα υπήχθη στην εποπτεία και της Εκκλησίας, τούτο όμως προσωρινώς, καθ’ ότι, με το άρθρο 1 του ν. 349/1976 το Ίδρυμα «επανήλθε ως ενιαίον νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου υπό την εποπτείαν του Κράτους». Εξάλλου, με τις διατάξεις του τελευταίου νόμου ρυθμίζονται κατά κύριο λόγο και τα σχετικά με την εκλογή των αιρετών μελών της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος. Ειδικότερα, με το άρθρο 4 περ. θ΄ του νόμου αυτού ορίσθηκε ότι: «Τα εκλεγέντα μέλη της νέας Διοικούσας Επιτροπής, συνέρχονται εν ολομελεία συμφώνως προς την πρόσκλησιν του Νομάρχου Κυκλάδων, εις την αίθουσαν τελετών του ιδρύματος, υπό την προεδρίαν του πλειοψηφήσαντος κατά τας εκλογάς της αναδείξεως των, εκλέγουν τους Αντιπρόέδρον και Γενικόν Γραμματέα και συγκροτούνται εις σώμα υπό τον Πρόεδρον των…». Οι διατάξεις του ν. 349/1976 που αφορούσαν τη διαδικασία εκλογής της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., κρίθηκαν σύμφωνες με τις διατάξεις των άρθρων 3 και 13 του Συντάγματος, εφόσον το ρυθμιζόμενο από αυτές θέμα της Εκκλησίας "περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας Τήνου" είναι διοικητικής αποκλειστικώς φύσεως και μη θεμελιώδες, δυνάμενο ως εκ τούτου να ρυθμίζεται ελεύθερα, κατά τις ως άνω συνταγματικές διατάξεις, από τον νομοθέτη (ΣτΕ 1269-1270/1977 Ολομ.).

11. Επειδή, με την παράγραφο 1 του άρθρου 66 του ν. 590/1977 «Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (Α΄ 146), ορίσθηκε ότι «των περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεων του παρόντος νόμου εξαιρείται το Πανελλήνιον Ιερόν Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, το οποίον διέπεται υπό των διατάξεων του Ν. 349/1976 "περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου"». Με τη διάταξη αυτή το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. εξαιρέθηκε, κατ’ ουσία, από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 59 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο ορίζεται, αφενός ότι η διοίκηση και διαχείριση των κειμένων στην περιοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος Ιερών Προσκυνημάτων καθορίζεται, εφόσον αυτά έχουν τεθεί από πολλού χρόνου στη δημοσία λατρεία («… τούτων έκπαλαι τεθειμένων … εις την δημοσίαν λατρείαν …») και «ανεξαρτήτως της μέχρι τούδε νομικής αυτών μορφής και καταστάσεως», με αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, οι οποίες εγκρίνονται από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (παρ. 1), αφετέρου ότι Πρόεδροι των Εκκλησιαστικών Ιδρυμάτων και των Ιερών Προσκυνημάτων είναι «αυτοδικαίως» οι οικείοι Μητροπολίτες (παρ. 2) [ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., 2037-8/1979 επταμελούς]. Περαιτέρω, με το άρθρο 8 παρ. 10 του ν. 2740/1999 (Α’ 186), ορίσθηκε ότι: « Τα εκλεγέντα μέλη της νέας Διοικούσης Επιτροπής, συνέρχονται εν ολομελεία συμφώνως προς την πρόσκλησιν του Νομάρχου Κυκλάδων, εις την αίθουσαν τελετών του ιδρύματος, υπό την προεδρίαν του πλειοψηφήσαντος κατά τας εκλογάς της αναδείξεως των, εκλέγουν τους Αντιπρόεδρον και Γενικόν Γραμματέα και συγκροτούνται εις σώμα υπό τον Πρόεδρον των…».

12. Επειδή, με την παράγραφο 1 του άρθρου 68 του ν. 4235/2014 (Α΄ 32) ορίσθηκε στην υποπαράγραφο 3 ότι: «Τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 (Α΄ 146) και του ν. 4149/1961 (Α΄ 41), του άρθρου 1 του ν. 349/1976 (Α΄ 149), οι Ιερές Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου (Ρόδου, Κώου και Νισύρου, Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας, Καρπάθου και Κάσου και Σύμης) και οι Ενορίες και οι Μονές τους, καθώς και η Πατριαρχική Εξαρχία Πάτμου, οι Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές Μονές στην Ελλάδα, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου του άρθρου 1 του ν. 2456/1920 (Α΄ 173) του άρθρου 1 του ν.δ. 301/1969 (Α΄ 195) και του άρθρου 1 του β.δ. της 29.3.1949 (Α΄ 79) υπάγονται στις διατάξεις που διέπουν τη Γενική Κυβέρνηση και τον δημόσιο τομέα ως προς την οργάνωση και διοίκησή τους, την εν γένει περιουσιακή και λογιστική διαχείρισή τους, τους λειτουργούς και το προσωπικό τους, μόνον εφόσον αυτές το ορίζουν ρητά. Οι ισχύουσες διατάξεις, γενικές ή ειδικές, που ορίζουν ρητώς την κρατική εποπτεία επί των ανωτέρω νομικών προσώπων, τη διοίκηση και διαχείρισή τους, το δημοσιονομικό και διαχειριστικό έλεγχό τους, καθώς και τη διαδικασία πρόσληψης και την υπηρεσιακή κατάσταση του κάθε είδους προσωπικού τους δεν θίγονται. Διαχειριστικές πράξεις των ανωτέρω προσώπων, για τις οποίες αυτά επιχορηγούνται ή χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή ευρωπαϊκούς πόρους, υπόκεινται στις διατάξεις για τις κρατικές ή δημόσιες συμβάσεις και την εποπτεία και έλεγχο της διαχείρισης κρατικών και ευρωπαϊκών πόρων».

13. Επειδή, ακολούθησε, ο ν. 4301/2014 «Οργάνωση της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων και λοιπές διατάξεις» (Α΄ 223), με το άρθρο 26 του οποίου τροποποιήθηκαν διατάξεις του ν. 349/1976. Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 26 αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της περ. θ΄ του άρθρου 4 του ν. 349/1976 και ορίσθηκε ότι: «Τα μέλη της νέας Διοικούσης Επιτροπής συνέρχονται σε ολομέλεια, κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου στην αίθουσα τελετών του Ιδρύματος, και υπό την προεδρεία του εκλέγουν τον Αντιπρόεδρο και Γενικό Γραμματέα με μυστική ψηφοφορία και συγκροτούνται σε σώμα υπό τον Πρόεδρό της. Σε περίπτωση ισοψηφίας η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται φανερά και σε περίπτωση νέας ισοψηφίας επικρατεί η ψήφος του Προέδρου». Στην αιτιολογική έκθεση αναφερόταν ότι: «… παρέχεται το δικαίωμα συμμετοχής και στον Πρόεδρο της Διοικούσας Επιτροπής του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου κατά τη ψηφοφορία μεταξύ των μελών της Διοικούσας Επιτροπής για την επιλογή αντιπροέδρου και γενικού γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος, αφού κατά την ισχύουσα διατύπωση του άρθρου 4 περίπτωση θ’ του ν. 349/1976 αποκλείεται ο Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής από την ψηφοφορία, η οποία διεξάγεται μεταξύ των λοιπών μελών της για την επιλογή αντιπροέδρου και γενικού γραμματέα». Εξάλλου, με το άρθρο 51 παρ. 6 του ν. 4301/ 2014 ορίσθηκε ότι: «Η παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 590/1977 (Α΄ 146) καταργείται. Το προηγούμενο εδάφιο δεν καταργεί τον ισχύοντα ν. 349/1976 (Α΄ 149), όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου». Η αιτιολογική έκθεση για την τελευταία διάταξη ανέφερε ότι: «Με την 6η παράγραφο και κατόπιν της πρόσφατης ρύθμισης του άρθρου 68 παρ.1 υποπαρ. 3 Ν.4235/2014 (Α΄ 32) για τα Ιερά Προσκυνήματα προτείνεται για λόγους ενιαίας μεταχείρισης η κατάργηση της εξαίρεσης του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από τις διατάξεις του Ν. 590/1977 (Α΄ 146), χωρίς, κατά τα λοιπά, να μεταβάλλεται το υφιστάμενο καθεστώς λειτουργίας του βάσει του νόμου 349/1976 (Α΄ 149), ο οποίος παραμένει σε ισχύ». Εξάλλου, το Συμβούλιο της Επικρατείας με την 3631/2015 απόφαση της Ολομέλειας έκρινε ότι η διάταξη του άρθρου 1 του ν. 349/1976, με την οποία το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. επανήλθε υπό την εποπτεία του Κράτους, εξακολουθεί να ισχύει και μετά τη δημοσίευση των ν. 4235/2014 και 4301/2014. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 68 του ν. 4235/2014 το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. περιλήφθηκε σε εκείνα τα εκκλησιαστικά ν.π.δ.δ., για τα οποία ορίσθηκε ότι δεν υπάγονται πλέον αυτοδικαίως, χωρίς δηλαδή ειδική διάταξη νόμου, στις διατάξεις που διέπουν τη Γενική Κυβέρνηση και τον δημόσιο τομέα, αλλά, με την ίδια διάταξη ορίσθηκε ότι, πάντως, δεν θίγονται οι ισχύουσες διατάξεις, γενικές ή ειδικές που ορίζουν, μεταξύ άλλων, την κρατική εποπτεία επί των ανωτέρω νομικών προσώπων. Περαιτέρω, με το άρθρο 51 του ν. 4301/2014 καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 66 του ν. 590/1977, με την οποία το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. είχε εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του νόμου αυτού περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων, αλλά ορίσθηκε ρητώς ότι, πάντως, εξακολουθεί να ισχύει, ως έχει, ο ν. 349/1976. Συνεπώς, κατά την απόφαση αυτή, ναι μεν με τις 2037-8/1979 αποφάσεις του Δικαστηρίου είχε κριθεί ως «πλήρως δικαιολογημένη» η εξαίρεση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από τις περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεις του ν. 590/1977 (άρθρο 59), εν όψει της ιδιομορφίας του Ιδρύματος ως ευαγούς Εθνικού Καθιδρύματος, του οποίου η διοίκηση ασκήθηκε επί αιώνα και πλέον υπό την εποπτεία του Κράτους, ωστόσο, εν όψει του ότι το Ίδρυμα αυτό έχει από την ίδρυσή του προεχόντως θρησκευτικούς σκοπούς, οι οποίοι σχετίζονται με την διοίκηση και διαχείριση της περιουσίας του Ιερού Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (Ευαγγελιστρίας) Τήνου, που αποτελεί ιερό προσκύνημα, ο νομοθέτης ουδόλως κωλύεται να το υπαγάγει, εάν το κρίνει σκόπιμο για το κοινό συμφέρον της Εκκλησίας και της Πολιτείας και κατ’ εκτίμηση των εξελισσόμενων αναγκών και περιστάσεων της κοινωνίας, στις περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεις και εντεύθεν να επιτρέψει την ανάμειξη της Εκκλησίας στα της διοικήσεως και διαχειρίσεώς του, είναι δε άμοιρο σημασίας το γεγονός ότι το Ίδρυμα επιδιώκει και κοινωφελείς σκοπούς.

14. Επειδή, με την παράγραφο 1 του άρθρου 48 ν. 4521/2018 (Α΄ 38/2.3.2018) ορίζεται ότι: «Η παρ. 1 του άρθρ. 26 του ν. 4301/2014 … καταργείται και επανέρχεται σε ισχύ η προϊσχύσασα ρύθμιση της περίπτ. Β΄ του άρθρου 4 του ν. 349/1976, όπως ίσχυε την 1.1.2014». Με τη διάταξη, δηλαδή, αυτή επανήλθε σε ισχύ η προϊσχύσασα ρύθμιση της περίπτ. θ΄ - η οποία από παραδρομή αναγράφεται στο νόμο ως περίπτ. «Β΄» - του άρθρου 4 του ν. 349/1976, όπως αυτή ίσχυε την 1.1.2014 μετά την τροποποίηση της με το άρθρο 8 παρ. 10 του ν. 2740/1999, σύμφωνα με την οποία ο προεδρεύων στη Διοικούσα Επιτροπή Μητροπολίτης δεν συμμετέχει στη ψηφοφορία για την εκλογή του Αντιπροέδρου και του Γενικού Γραμματέα της Επιτροπής, μετέχουν δε μόνον τα λοιπά εννέα μέλη της Επιτροπής, προεδρεύοντος του μέλους που έλαβε κατά τις εκλογές τις περισσότερες ψήφους. Περαιτέρω, με τις παραγράφους 3 και 4 του ανωτέρω άρθρου του ίδιου νόμου, ορίζεται ότι: «3. Η παρ. 6 του άρθρου 51 του ν. 4301/2014 …καταργείται. 4. Η θητεία της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., η οποία διορίσθηκε με την υπ' αριθμ. 79956/14.12.2017 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου και τα αιρετά μέλη που είχαν εκλεγεί την 10η Δεκεμβρίου 2017, λήγει στις 30 Ιουνίου 2018. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία θα εκδοθεί το αργότερο ως τις 15 Ιουνίου 2018, προκηρύσσονται αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των αιρετών μελών της νέας Διοικούσας Επιτροπής του ιδρύματος. Οι αρχαιρεσίες θα διεξαχθούν, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 349/1976 και η νέα ΔΕ θα αναλάβει τα καθήκοντα της από 30 Οκτωβρίου 2018». Από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι επανήλθε σε ισχύ η εξαίρεση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από το καθεστώς των κοινών εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και προσκυνημάτων, όπως αυτή προβλεπόταν με το άρθρο 66 παρ. 1 του ν. 590/1977, καθώς και το αρχικό, κατ' ουσία, καθεστώς συγκρότησης σε σώμα της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από μόνα τα εκλεγμένα μέλη αυτής, τα οποία συνέρχονται μετά την εκλογή τους υπό την προεδρία του μέλους που πλειοψήφησε στις αρχαιρεσίες και εκλέγουν μεταξύ τους τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα, χωρίς στη διαδικασία αυτή να μετέχει ο επιχώριος Μητροπολίτης ως ex officio μέλος της Διοικούσας Επιτροπής. Στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι: «…οι μεταβολές, προκάλεσαν τον ανεπίτρεπτο περιορισμό της κατοχυρωμένης αυτοδιοίκησης του Ιδρύματος, που τελούσε υπό την εποπτεία της Πολιτείας και αντιτάχθηκε ο Δήμος Τήνου καθώς και η τοπική κοινωνία, ενώ οι εκπρόσωποι του Δήμου αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις αρχαιρεσίες του Δεκεμβρίου του 2014, για την ανάδειξη των αιρετών μελών της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος. Ταυτόχρονα, αμφισβήτησαν τη νομιμότητα των τελευταίων ενώπιον και του Συμβουλίου της Επικράτειας, το οποίο, παρ’ ότι απέρριψε τη σχετική αίτηση, έκρινε ότι η Πολιτεία διαθέτει εν προκειμένω ευρύτατα περιθώρια επιλογών και δεν κωλύεται να επαναφέρει το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς (ΣτΕ Ολ 3631/2015)…».

15. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την 79956/14.12.2017 απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου διορίσθηκαν τα αιρετά, τακτικά και αναπληρωματικά, μέλη της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., τα οποία αναδείχθηκαν από τις αρχαιρεσίες που διεξήχθησαν στις 10.12.2017. Συγκεκριμένα ως τακτικά μέλη αναδείχθηκαν, μεταξύ άλλων, και οι λοιποί αιτούντες πλην του πρώτου επιχώριου Μητροπολίτη, ο οποίος είναι ex officio μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος. Με την ίδια απόφαση κλήθηκαν τα εκλεγέντα μέλη της Επιτροπής να συνέλθουν υπό την προεδρία του επιχώριου Μητροπολίτη για να συγκροτηθούν σε σώμα, να γίνει η ορκωμοσία και η επίσημη εγκατάστασή τους, καθώς και να εκλέξουν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα της Επιτροπής. Στις 18.12.2017 η Διοικούσα Επιτροπή συνεδρίασε υπό την προεδρία του επιχώριου Μητροπολίτη και εξέλεξε ως Αντιπρόεδρο και Γενικό Γραμματέα τους ... και ... αντίστοιχα, και, ακολούθως, συγκροτήθηκε σε σώμα. Μετά την έκδοση και δημοσίευση του ν. 4521/2018 και τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 48 παρ. 1,3 και 4 αυτού, εκδόθηκε η 34720/14.6.2018 απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, με την οποία προκηρύχθηκαν αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των μελών της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., ορίστηκε δε ως ημερομηνία διεξαγωγής τους η 22.7.2018. Περαιτέρω, ορίσθηκαν τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων, τα μέλη του σώματος των εκλεκτόρων καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες της διαδικασίας διενέργειας των εκλογών Με την ίδια απόφαση κλήθηκαν οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλουν υποψηφιότητες και οι ορισθέντες τριάντα δύο (32) εκλέκτορες να προσέλθουν για να ψηφήσουν, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο νόμο διαδικασία. Υποψηφιότητα υπέβαλαν δεκαπέντε (15) ενδιαφερόμενοι και έγιναν δεκτοί ως έχοντες τα νόμιμα προσόντα οι δεκατέσσερις (14) εξ αυτών (βλ. το 1/16.7.2018 πρακτικό της εφορευτικής επιτροπής). Στις αρχαιρεσίες που διενεργήθηκαν κατά την ανωτέρω ημερομηνία προσήλθαν για να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα όλοι οι εκλέκτορες και μετά το πέρας της εκλογικής διαδικασίας αναδείχθηκαν τα εκλεγέντα εννέα τακτικά και πέντε αναπληρωματικά αιρετά μέλη της Διοικούσας Επιτροπής (το 2/22.7.2018 πρακτικό της εφορευτικής επιτροπής). Ακολούθησε η 44231/27.7.2018 απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, με την οποία διορίστηκαν, ως αιρετά μέλη της Διοικούσας Επιτροπής, οι εκλεγέντες κατά τις αρχαιρεσίες της 22.7.2018 και κλήθηκαν τα εκλεγέντα τακτικά μέλη της Επιτροπής να συνέλθουν στις 22.10.2018 στην αίθουσα τελετών του Ιερού Ιδρύματος υπό την προεδρία του επιχώριου Μητροπολίτη για να συγκροτηθούν σε σώμα και να ορκισθούν και υπό την προεδρία του μέλους που πλειοψήφησε κατά τις αρχαιρεσίες να εκλέξουν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα της Επιτροπής, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 347/1976, όπως ισχύει. Η Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος συνεδρίασε στις 22.10.2018, αμέσως μετά την ορκωμοσία των αιρετών μελών (βλ. από 22.20.2018 έκθεση ορκωμοσίας), υπό την προεδρία του μέλους που είχε πλειοψηφήσει στις εκλογές και μετά από μυστική ψηφοφορία εξέλεξε Αντιπρόεδρο τον ... και Γενικό Γραμματέα τον ..., πρόσωπα διαφορετικά από τα εκλεγέντα στις 18.12.2017 υπό την προεδρία του επιχώριου Μητροπολίτη. Στη συνέχεια, υπό την προεδρία του τελευταίου η Διοικούσα Επιτροπή συγκροτήθηκε σε σώμα και ανέλαβε, κατά το νόμο, καθήκοντα στις 30.10.2018.

16. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 1 και 2 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζεται ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη (παρ. 1) και ότι κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων (παρ. 2). Συνεπώς, το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας κατοχυρώνεται και για τους οπαδούς της επικρατούσας θρησκείας στην Ελλάδα, ενώ απαγορεύεται κάθε ενέργεια της Πολιτείας, με την οποία παραβιάζεται η θρησκευτική συνείδηση ή η ελευθερία της λατρείας. Εξάλλου, κατοχυρώνονται συνταγματικά και οι ιεροί κανόνες και οι ιερές παραδόσεις που διέπουν τη ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η συνταγματική, όμως, αυτή κατοχύρωση αναφερόμενη στους ιερούς κανόνες και τις παραδόσεις που ανάγονται στο δόγμα, στη σφαίρα του οποίου εκδηλώνονται τα κυριαρχικά δικαιώματα της Εκκλησίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επεκτείνεται και στους ιερούς κανόνες και τις παραδόσεις που αναφέρονται σε ζητήματα διοικητικής αποκλειστικά φύσεως. Τούτο δε, διότι τα ζητήματα αυτά, υφιστάμενα επίδραση από τη διαδρομή του χρόνου και τις νεότερες αντιλήψεις, είναι κατ' ανάγκη μεταβλητά για το κοινό συμφέρον της Εκκλησίας και της Πολιτείας και ρυθμίζονται, σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας, κατ' επιταγή του άρθρου 72 παρ. 1 του Συντάγματος, από τον κοινό νομοθέτη, ο οποίος όμως, κατά το πνεύμα των διατάξεων αυτών, δεν μπορεί με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας ή άλλα ειδικά νομοθετήματα να προβεί σε θεμελιώδη μεταβολή βασικών διοικητικών θεσμών καθιερωμένων παγίως από μακρού χρόνου στην Ορθόδοξη Εκκλησία (ΣτΕ 1269-70/1977 Ολομ., 2037-8/1979 επταμελούς). Ενόψει αυτών, το ζήτημα του καθορισμού της διοίκησης του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., το οποίο είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, από το νομοθέτη, λόγω του διττού χαρακτήρα που έχει και της άσκησης εποπτείας του Δημοσίου σε αυτό, δεν ανάγεται σε θεμελιώδες διοικητικό ζήτημα της Εκκλησίας, και ως εκ τούτου, δεν πλήττεται η αυτοδιοίκηση της Εκκλησίας, ούτε και η θρησκευτική ελευθερία. Παρόμοια ρύθμιση είχε προβλεφθεί και στις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 2353/1953 και του άρθρου 6 του ν. 349/1976 (ΣτΕ 1269-70 Ολομ. 2037-8/1979 επταμελούς). Με τα δεδομένα αυτά, η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 4 του ν. 4521/2018 παρίσταται δικαιολογημένη και, επομένως, ο λόγος ακυρώσεως, καθ’ ο μέρος η αιτούσα Εκκλησία της Ελλάδος με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει ότι η ανωτέρω διάταξη για την πρόωρη λήξη της θητείας της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. χωρίς την επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος είναι αντίθετη με το άρθρο 13 του Συντάγματος περί θρησκευτικής ελευθερίας, η οποία, λόγω του θρησκευτικού χαρακτήρα του Ιδρύματος, εμπεριέχει κι ένα πυρήνα θρησκευτικής αυτοδιοίκησης και προστασίας από αυθαίρετες κρατικές παρεμβάσεις, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Εξάλλου, η πρόωρη λήξη της θητείας της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. με νόμο, η οποία δεν είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη (πρβλ. ΣτΕ Ολ 1849/2008 σκ.10, 13, 1238/2017 σκ.21, 1919/2018 σκ.10,) δεν αντίκειται στην αρχή της συνέχειας της διοικητικής δράσης και στην αρχή της αμεροληψίας, η οποία πηγάζει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή του κράτους δικαίου, διότι, ο νομοθέτης έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο πλαίσιο άσκησης της αρμοδιότητάς του για τον προσδιορισμό του χρόνου έναρξης εφαρμογής μιας νομοθετικής διάταξης και μπορεί να προβλέψει την πρόωρη λήξη της θητείας της Διοικούσας Επιτροπής και την εκλογή νέας, σύμφωνα με γενικές και αφηρημένες ρυθμίσεις στο νόμο (βλ.ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., 227-230/2011 επταμελούς σκ. 5, 6, 1281/2018 σκ. 7, 254/2018 σκ. 5, 1304/2017 σκ. 5, 1301/2017 σκ. 6, 696/2017 σκ. 7, 690/2017 σκ. 6). Επομένως, ο λόγος ακυρώσεως, καθ’ ο μέρος η αιτούσα Εκκλησία της Ελλάδος με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει ότι η ίδια ανωτέρω διάταξη του άρθρου 48 παρ. 4 του ν. 4521/2018 είναι αντίθετη στις συνταγματικές αρχές της αμεροληψίας καθώς και της συνέχειας της διοικητικής δράσης και ορθολογικής οργάνωσης της διοίκησης, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος.

17. Επειδή, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, ο τρόπος διοίκησης του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. είναι ζήτημα διοικητικής αποκλειστικώς φύσεως και μη θεμελιώδες, δυνάμενο ως εκ τούτου να ρυθμίζεται ελευθέρως από το νομοθέτη (ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., 5057/1987 επταμελούς, 1956/1986), η δε διοίκηση του Ιδρύματος ασκήθηκε επί αιώνα και πλέον υπό την εποπτεία του Κράτους (ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., 2037-8/1979 επταμελούς), ενώ, εξάλλου, η Διοικούσα Επιτροπή του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από την ίδρυσή του μέχρι και το ν. 2353/1953 δεν εκλεγόταν, αλλά διοριζόταν από την Κυβέρνηση. Περαιτέρω, με τις ρυθμίσεις του άρθρου 48 παρ.1 του ν. 4521/2018 δεν επέρχεται θεμελιώδης μεταβολή βασικού διοικητικού θεσμού της Εκκλησίας, διότι πρόκειται για ρυθμίσεις, οι οποίες πριν καταργηθούν με τον ν. 4301/2014, είχαν ισχύσει για χρονικό διάστημα που υπερέβαινε την τριακονταετία (πρβλ. ΣτΕ 5057/1987 επταμελούς), υπό την έννοια ότι ο επιχώριος Μητροπολίτης ουδέποτε συμμετείχε στην εκλογή Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. Ειδικότερα, ήδη υπό την αρχική μορφή του άρθρου 4 περ. θ΄ του ν. 349/1976, η εκλογή Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα λάμβανε χώρα μόνο από τα αιρετά μέλη, χωρίς την συμμετοχή του επιχώριου Μητροπολίτη, με το δε άρθρο 66 παρ. 5 του ν. 590/1977 προβλέφθηκε ότι συμμετέχουν στην εκλογή αυτή και ο Ειρηνοδίκης, ο Λυκειάρχης καθώς και ο Διευθυντής του Δημόσιου Ταμείου Τήνου. Η τελευταία αυτή ρύθμιση καταργήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 10 του ν. 2740/1999 και επανήλθε σε ισχύ η αρχική μορφή του άρθρου 4 περ. θ΄ του ν. 349/1976, πριν καταργηθεί με την παράγραφο 1 του άρθρου 26 του ν. 4301/2014. Εξάλλου, ο νομοθέτης, ο οποίος διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια να εκτιμήσει τις περιστάσεις και δεν κωλύεται να εισαγάγει ρυθμίσεις διαφορετικές από αυτές που ίσχυαν στο παρελθόν, λόγω μεταβολής των αντιλήψεών του, έστω και αν θίγονται υφιστάμενα δικαιώματα ή συμφέροντα, αρκεί η επιχειρούμενη ρύθμιση να χωρεί κατά τρόπο γενικό, απρόσωπο και αντικειμενικό και να εξυπηρετεί λόγους γενικότερου δημοσίου συμφέροντος (Σ.τ.Ε. 2713/2006 επταμελούς, σκ. 8, 2885/2016 σκ. 10, 102/2010, σκ. 11, 2590/2004 σκ.5, 5057/1987 επταμελούς), μπορεί να τροποποιήσει το καθεστώς ανάδειξης και, εν προκειμένω, συγκρότησης οργάνου διοίκησης ν.π.δ.δ, λόγω της ιδιομορφίας του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ως ευαγούς Εθνικού Καθιδρύματος, το οποίο τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους, και να προκρίνει ότι ο Αντιπρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας εκλέγονται μόνο από τα αιρετά μέλη και όχι από τον ex-officio Πρόεδρο, δηλαδή εισάγει γενική ρύθμιση με κριτήριο το αιρετό ή μη των μελών της Διοικούσας Επιτροπής (πρβλ. ΣτΕ 3631/2015 Ολ.). Ως εκ τούτου, το περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, εκτός του ότι επαναφέρει επί μακρόν προϊσχύσασα ρύθμιση, δεν είναι αντίθετο ούτε στην αρχή της ορθολογικής οργάνωσης των δημοσίων υπηρεσιών, ούτε στην αρχή της ισότητας (πρβλ. ΣτΕ 1843-4/2008 επταμελούς σκ.8). Εν πάση περιπτώσει, η ανάδειξη του Αντιπροέδρου και του Γενικού Γραμματέα μόνο από τα αιρετά μέλη, χωρίς τη συμμετοχή του επιχώριου Μητροπολίτη, δεν προσδίδει περισσότερες αρμοδιότητες στα μέλη του συλλογικού οργάνου σε σχέση με τον Πρόεδρο, διότι η διαδικασία αυτή αφορά τη συγκρότηση της Διοικούσας Επιτροπής και όχι τις ανατεθειμένες σε αυτήν αρμοδιότητες, οι οποίες ουδόλως θίγονται. Ενόψει των ανωτέρω, η ρύθμιση του άρθρου 48 παρ. 1 του ν. 4521/2018 με την οποία επανήλθε σε ισχύ το αρχικό, κατ' ουσία, καθεστώς ανάδειξης Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από μόνα τα εκλεγμένα μέλη της, τα οποία συνέρχονται μετά την εκλογή τους υπό την προεδρία του μέλους που πλειοψήφησε κατά τις αρχαιρεσίες χωρίς στη διαδικασία αυτή να μετέχει ο επιχώριος Μητροπολίτης, ως ex officio μέλος της Διοικούσας Επιτροπής, παρίσταται δικαιολογημένη και, επομένως, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο η αιτούσα Εκκλησία της Ελλάδος με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει ότι η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 1 του ν. 4521/2018, με την οποία καταργείται η συμμετοχή του επιχώριου Μητροπολίτη, ως Προέδρου του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., στη ψηφοφορία για την ανάδειξη Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος είναι αντίθετη σε κάθε έννοια ορθολογικής οργάνωσης της Διοίκησης καθώς και στην αρχή της ισότητας, εφόσον τα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής θα έχουν περισσότερες αρμοδιότητες από τον ίδιο τον Πρόεδρο, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

18. Επειδή, περαιτέρω, με το άρθρο 12 παρ. 1 του Συντάγματος οι Έλληνες πολίτες έχουν το δικαίωμα να ιδρύουν σωματείο, να μετέχουν σε αυτό και να αποχωρούν οποτεδήποτε το επιθυμούν, ενώ η οργάνωση των μελών του καθορίζεται ελεύθερα με το οικείο καταστατικό. Η διάταξη αυτή αλλά και η όμοιου περιεχομένου διάταξη του άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) [ΣτΕ 1726/2016 επταμελούς, σκ.13] αναφέρονται σε συνεταιριστικές οργανώσεις που συνιστώνται με πράξεις ιδιωτικής βούλησης, η οποία εκδηλώνεται ελεύθερα και αδέσμευτα, και δεν έχουν εφαρμογή επί νομικών προσώπων, τα οποία, ακόμη και όταν λειτουργούν με μορφή σωματείου, δεν προέρχονται από την ιδιωτική βούληση, αλλά έχουν συσταθεί δυνάμει διατάξεων νόμου ή άλλης πράξης της Πολιτείας, κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, προς εκπλήρωση των δημοσίου συμφέροντος σκοπών τους (ΣτΕ 2519/2018 7μ. σκ. 8 πρβλ. και ΣτΕ 3469/2005 σκ.8). Ως εκ τούτου, οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία, εκτός του ότι έχουν ιδρυθεί με νόμο, δεν έχουν σωματειακό χαρακτήρα. Επομένως, με τις διατάξεις του άρθρου 48 παρ. 1 και 4 του ν. 4521/2018 δεν παραβιάζεται το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, κατ’ άρθρο 12 του Συντάγματος και 11 της Ε.Σ.Δ.Α., γιατί το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δεν αποτελεί ένωση προσώπων, ούτε έχει σωματειακό χαρακτήρα, αλλά είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που εποπτεύεται από το Κράτος και ειδικότερα από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ο δε λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο η Εκκλησία της Ελλάδος προβάλλει με την υπό κρίση αίτηση ότι το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. εμπίπτει στις ως άνω ρυθμίσεις, είναι απορριπτέος, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης.

19. Επειδή, εξάλλου, ο καθορισμός της διοίκησης του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. γίνεται με βάση ρυθμίσεις που ίσχυαν κατ’ ουσία από την ίδρυσή του και χωρίς να παραμερίζεται ο ρόλος της Εκκλησίας της Ελλάδος στη διοίκησή του με την ανάθεση της Προεδρίας στον επιχώριο Μητροπολίτη και χωρίς να υπάρχει παρέμβαση στη θρησκευτική της αυτονομία, στην οργάνωση και διοίκηση θρησκευτικής κοινότητας ή χώρου λατρείας ή στην επιλογή θρησκευτικού της ηγέτη. Επομένως, εφόσον το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. χαρακτηρίζεται από τη νομοθεσία που το διέπει ως «δημόσιο κατάστημα» ή «Πανελλήνιο Ίδρυμα» κι έχει αποδοθεί σε αυτό έντονος ο χαρακτήρας του «ευαγούς καθιδρύματος» με την ανάθεση ποικίλων κοινωφελών δραστηριοτήτων και αποτελεί ν.π.δ.δ. ευρισκόμενο υπό την εποπτεία του Κράτους και όχι της Εκκλησίας, ασκεί δε δημόσια εξουσία με την έκδοση ατομικών και κανονιστικών πράξεων και δεν αποτελεί θρησκευτικό νομικό πρόσωπο, το οποίο προστατεύεται κατ’ άρθρο 9 της Ε.Σ.Δ.Α., ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο η Εκκλησία της Ελλάδος με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει ότι οι διατάξεις του άρθρου 48 παρ. 1 και 4 του ν. 4521/2018 είναι αντίθετες με το άρθρο 9 της Ε.Σ.Δ.Α., είναι απορριπτέος, γιατί ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης.

20. Επειδή, με το άρθρο 51 παρ. 6 του ν. 4301/2014 καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 66 παρ. 1 του ν.590/1977 (Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος), με την οποία το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. είχε εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του νόμου αυτού περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων, αλλά ορίσθηκε ρητά ότι πάντως εξακολουθεί να ισχύει ο ν. 349/1976. Με το άρθρο 48 παρ. 3 του ν. 4521/2018 προβλέπεται ότι καταργείται η διάταξη του άρθρου 51 παρ. 6 του ν. 4301/2014 και, επομένως, επανέρχεται σε ισχύ η εξαίρεση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., όπως προβλεπόταν από το άρθρο 66 παρ. 1 του ν. 590/1977. Η Εκκλησία της Ελλάδος με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει ότι η εξαίρεση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από τον Καταστατικό της Χάρτη είναι αντίθετη στα άρθρα 3,12 και 13 του Συντάγματος καθώς και στα άρθρα 9,11 και 14 της Ε.Σ.Δ.Α. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος, γιατί δεν συνάπτεται ευθέως με τη διαδικασία εκλογής των αιρετών μελών της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., η οποία πλήττεται με την υπό κρίση αίτηση, αλλά στρέφεται ευθέως κατά διάταξης νόμου και, συγκεκριμένα του άρθρου 48 παρ. 3 του ν. 4521/2018, εν πάση δε περιπτώσει ερείδεται και επί της εσφαλμένης νομικής εκδοχής ότι η εποπτεία του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δεν ανήκει στο Κράτος αλλά στον επιχώριο Μητροπολίτη (πρβλ. ΣτΕ 3631/2015 Ολομ.). και, πάντως, η εξαίρεσή του από τις περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεις του ν. 590/1977 (άρθρο 59), είναι δικαιολογημένη εν όψει της ιδιομορφίας του Ιδρύματος ως ευαγούς Εθνικού Καθιδρύματος, του οποίου η διοίκηση ασκήθηκε επί αιώνα και πλέον υπό την εποπτεία του Κράτους (ΣτΕ 3631/2015 Ολομ., 2037-8/1979 επταμελούς).

21. Επειδή, τέλος, η Εκκλησία της Ελλάδος με την υπό κρίση αίτηση προβάλλει αντίθεση του άρθρου 48 παρ. 1 και 3 του ν. 4521/2018 με το άρθρο 109 του Συντάγματος, γιατί παραβιάζεται ο θρησκευτικός σκοπός της αφιέρωσης περιουσίας εκ μέρους δωρητών και διαθετών υπέρ του Ιδρύματος μέσω της μείωσης των δικαιωμάτων του επιχώριου Μητροπολίτη στη διοίκηση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. και της εξαίρεσής του από τις διατάξεις περί ιερών προσκυνημάτων. Το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. όμως δεν ιδρύθηκε δυνάμει διατάξεως τελευταίας βουλήσεως ή δωρεάς, με την οποία τάχθηκε συγκεκριμένη περιουσία για την εξυπηρέτηση δημοσίου ή κοινωφελούς σκοπού και δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 109 του Συντάγματος. Άλλωστε, όπως προκύπτει και από το με ημερομηνία 24.5.2019 υπόμνημα που κατέθεσε μετά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο η αιτούσα Εκκλησία της Ελλάδος η λεγόμενη διαθήκη των Κτητόρων δεν ήταν κατά κυριολεξία διαθήκη, αλλά επρόκειτο για τον πρώτο κανονισμό λειτουργίας του ναού, ο οποίος είχε εκδοθεί από τους Επιτρόπους που είχε διορίσει ο τότε επίσκοπος Τήνου (εγκύκλιος της 25.11.1822) ως ερανική επιτροπή για την ανέγερση του ναού χωρίς να αφιερώσουν περιουσία τους στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένου σκοπού. Επομένως, ο ως άνω λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης.

22. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Δέχεται τις παρεμβάσεις.

Επιβάλλει στην Εκκλησία της Ελλάδος τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ και των παρεμβαινόντων που ανέρχεται συνολικά σε εξακόσια σαράντα (640) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 31 Μαΐου 2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση την 20ή Σεπτεμβρίου 2019.

Η Πρόεδρος                             Η Γραμματέας

Αικ. Σακελλαροπούλου               Ελ. Γκίκα

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.