ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΣτΕ 1842/1992
Αριθμός Απόφασης : 1842
'Ετος : 1992
Δικαστήριο : Συμβούλιο της Επικρατείας


Αριθμός 1842/1992

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Δ'

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 14 Ιανουαρίου 1992, με την εξής σύνθεση : Τ. Κούνδουρος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Χ. Μακρίδης, Π. Παραράς, Σύμβουλοι, Μ. Βηλαράς, Δ. Αλεξανδρής, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Κολιοπούλου.

Για να δικάσει την από 20 Μαρτίου 1989 αίτηση:

των 1) Κ.Εμ. Κ., κατοίκου Ρόδου, πάροδος Κ. Τ. 2, 2) Γ. Π. Σ., κατοίκου Ρόδου, πάροδος Κ. Τ. 2, 3) Σ. Π. Ρ., κατοίκου Ρόδου, οδός Α. Ν. 100, 4) Α. συζ. Ε. Κ., κατοίκου Ρόδου, πάροδος Κ. Τ. 2, 5) Σ. Μ. Μ., κατοίκου Ρόδου, πάροδος Κ. Τ. 2, 6) Θ. Ε. Β., κατοίκου Ρόδου, οδός Η. 56 και 7) Α. Σ. Β., κατοίκου Ασγούρου Ρόδου, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Γεώργιο Αγγελόπουλο (Α.Μ. 8001), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

κατά του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος παρέστη με τον Δ. Αναστασόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθ. Φ76/Α3/126/29.12.1988 άρνηση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων να χορηγήσει στους αιτούντες άδεια λειτουργίας Ευκτήριου Οίκου και κάθε συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Π. Παραρά.Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησε την απόρριψή της.Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και,

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο  Ν ό μ ο  

1. Επειδή, δια την υπό κρίσιν αίτησιν κατεβλήθησαν τανόμιμα τέλη (υπ' αριθ. 8927354-55/89 διπλότυπα εισπράξεως Δ.Ο.Υ.Αθηνών) και το παράβολον (υπ' αριθ. 330296, 581414 και 1874635 τουέτους 1989 γραμμάτια παραβόλου).

2. Επειδή, δια της αιτήσεως αυτής και του δικογράφου προσθέτων λόγων ζητείται, εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, η ακύρωσις της υπ' αριθ. Φ76/Α3/126/29.12.1988 πράξεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία απερρίφθη αίτησις των και νυν αιτούντων, περί χορηγήσεως εις αυτούς αδείας ιδρύσεως, εις Ρόδον, ευκτήριου οίκου της Αποστολικής Εκκλησίας του Θεού, Ευαγγελικού Δόγματος.

3. Επειδή, σύμφωνα, άλλωστε με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, το άρθρον 13 του ισχύοντος Συντάγματος κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα των οπαδών των διαφορών Θρησκευτικών δοξασιών να ασκούν ελευθέρως και ανεμποδίστως την λατρεία, με τις προϋποθέσεις που ορίζονται σ' αυτό και συνίστανται στον χαρακτήρα της θρησκευτικής δοξασίας ως γνωστής και όχι κρύφιας, την μη προσβολή της δημοσίας τάξεως ή των χρηστών ηθών και την μη άσκηση προσηλυτισμού. Οι συνταγματικές αυτές διατάξεις δεν αποκλείουν στο νομοθέτη να καθιερώσει δέσμια διοικητική διαδικασία για την διαπίστωση της συνδρομής των πιο πάνω προϋποθέσεων, από την οποία να απορρέει αντίστοιχη υποχρέωση για την χορήγηση ή μη της ζητουμένης αδείας ιδρύσεως ή λειτουργίας ναού (ΣτΕ 4260/1985, 1211, 4305/1986, 685, Π21-2, 3599/1987, 2350/90). Εξάλλου, στο άρθρο 1 του αν.ν. 1672/1939 "Περί τροποποιήσεως του Αναγκαστικού Νομού 1363/1938 "περί κατοχυρώσεως διατάξεων των άρθρων 1 και 2 του εν ισχύϊ Συντάγματος" (ΦΕΚ 305) ορίζεται ότι: "Δια την ανέγερσιν ή λειτουργίαν Ναού οιουδήποτε δόγματος προαπαιτείται άδεια της οικείας ανεγνωρισμένης εκκλησιαστικής αρχής και του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, κατά τα δια Βασιλικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, ειδικώτερον καθορισθησόμενα". Επί τη βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού εκδόθηκε το από 20.5/2.6.1939 β.δ/γμα (ΦΕΚ 220) στο άρθρον 1 του οποίου ορίζονται τα εξής: "1. Δια την έκδοσιν της υπό της παρ. 1 του άρθρ. 1 του Α. Νόμου υπ' αριθ. 1672/1939 προβλεπομένης αδείας προς ανέγερσιν ή λειτουργίαν Ναών, μη υπαγομένων εις τας διατάξεις της εκάστοτε κειμένης περί Ναών και εφημερίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος νομοθεσίας, απαιτούνται, τα εξής : α) ......... β) ........ γ) Η οικεία Αστυνομική Αρχή αποφαίνεται επί της αιτήσεως ητιολογημένως .........". Οι διατάξεις αυτές ρυθμίζουν τις προϋπόθεσεις και τη διαδικασία ιδρύσεως και λειτουργίας ναών και ευκτήριων οίκων των ετεροδόξων και ετεροθρήσκων, έχουν δε την έννοια ότι η προβλεπομένη διαδικασία θεσπίζεται για την εξακρίβωση της θρησκευτικής δοξασίας ως γνωστής και όχι κρύφιας, τη μη προσβολή της δημοσίας τάξης ή των χρηστών ηθών και τη μη άσκηση προσυλητισμού, δηλαδή των προϋποθέσεων υπό τις οποίες, κατά την έννοια του άρθρου 13 παρ. 2 του Συντάγματος, κατοχυρώνεται το ατομικό δικαίωμα των οπαδών των διαφορών θρησκευτικών δοξασιών να ασκούν ελευθέρως τη λατρεία. Ερμηνευόμενες με την πιο πάνω έννοια, οι μνημονευόμενες διατάξεις του ν. 1672/39 και του εκτελεστικού του διατάγματος, εναρμονίζονται προς το άρθρο 13 παρ. 2 του Συντάγματος (ΣτΕ 231/1970, 371, 1942/1973, 200/1974, 4936/1977 κ.α.). Ειδικότερα η "άδεια" της "οικείας ανεγνωρισμένης εκκλησιαστικής αρχής", που προβλέπεται από την πιο πάνω διάταξη, έχει τον χαρακτήρα όχι εκτελεστής διοικητικής πράξεως, αλλ' απλώς προπαρασκευαστικής -διαπιστωτικής ενέργειας από το όργανο της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας το οποίο βρίσκεται πιο κοντά στις τοπικές θρησκευτικές συνθήκες, η γνώμη του οποίου δεν δεσμεύει τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα για την ίδρυση ναού ή ευκτηρίου οίκου (ΣτΕ 721/1969, 1444/91, Ολομ., βλπ. & 3127/88). Ειδικώτερα, το άρθρο 1 παρ. 3 του αναφερθέντος β.δ/τος ορίζει ότι για τη χορήγηση της σχετικής αδείας υποβάλλουν οι ενδιαφερόμενοι "δια του ποιμένας αυτών αίτησιν εις το Υπουργείον Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας ενυπόγραφον, κεκυρωμένην ως προς το γνήσιον της υπογραφής υπό του Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητος" και ότι "εν τη αιτήσει αναγράφονται και αι διευθύνσεις των κατοικιών των αιτούντων". Εξυπακούεται δε ότι η άδεια για την ίδρυση ευκτηρίου οίκου, κατά τις διατάξεις αυτές, συμπορευόμενες και κατά το σημείο τούτο προς το Σύνταγμα, χορηγείται όταν εξυπηρετείται στη συγκεκριμένη περίπτωση πραγματική ανάγκη της Θρησκευτικής κοινότητος που συγκροτούν οι υποβάλλοντες την αίτηση. Η Διοίκηση, επομένως, νομίμως αρνείται την ικανοποίηση του αιτήματος, όταν ο αριθμός τους είναι, κατά κοινή πείρα, εντελώς ασήμαντος (βλ. ΣτΕ 3590, 685/1987, 30/1980, 4636/1977, 1944/1971, 2362/1966 κ.α.) ή όταν οι ανάγκες τους, ενόψει και του αριθμού τους, μπορούν να εξυπηρετηθούν με την άσκηση της δημοσίας λατρείας σε διατιθέμενο από τους οπαδούς του ιδίου δόγματος, στην περιοχή, όμορο χώρο (βλ. ΣτΕ 3590, 1121-2, 685/1987, 4636/1977, 2264/1964 κ.α.). Στις περιπτώσεις όμως που απορρίπτεται το σχετικό αίτημα, πρέπει να αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς η απορριπτική πράξη (2350/90).

4. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει εκ των στοιχείων του φακέλλου, οι αιτούντες, επτά συνολικώς, υπέβαλαν την από 9.10.1986 αίτησιν προς το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και εζήτησαν, ως οπαδοί της "Αποστολικής Εκκλησίας του Θεού - Ευαγγελικού Δόγματος", την χορήγησιν αδείας λειτουργίας Ευκτηρίου Οίκου δημοσίας λατρείας, εις Ρόδον. Προκληθείσης, εν συνεχεία, της υπό των παρατεθεισών διατάξεων προβλεπομένης γνώμης της "οικείας εκκλησιαστικής αρχής", ήτοι του Μητροπολίτου Ρόδου, ούτος απεφάνθη αρνητικώς με το υπ' αριθ. 1073/16.11.88 έγγραφόν του, οι αιτιολογίες του οποίου ελήφθησαν υπ' όψιν δια την απόρριψιν του ως άνω αιτήματος με την ήδη προσβαλλομένην πράξιν, στην οποία ειδικώτερα αναφέρεται ότι: " .......... Η ουσιαστική κρίση για την χορήγηση της ζητούμενης αδείας ....... ανήκει στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Προκειμένου όμως το αρμόδιο τούτο όργανο ν' ασκήσει την αρμοδιότητα του αυτή είναι απαραίτητο να ζητήσει πληροφορίες ..... από τον επιχώριο ορθόδοξο Επίσκοπο, ο ο ποίος στη συγκεκριμένη περίπτωση με το υπ' αριθ. 1073/88 έγγραφο του ........... εγνωμοδότησε αρνητικά για τον λόγο ότι "η χορήγηση τοιαύτης αδείας εκ μέρους της πολιτείας θα προσκρούσει εις την θρησκευτικήν συνείδησιν των πιστών του Ροδιακού λαού και θα δημιουργήσει αναστάτωσιν εις τας ψυχάς των και διαμαρτυρίας εις βάρος της εκκλησίας αλλά και της πολιτείας, γιατί δεν ανέχονται να καταπατώνται τα ιερά και τα όσια, δια την επικράτησιν των οποίωνέχυσαν και αυτό το αίμα των" και διότι ακόμη "διαταράσσεται έντονα και ανυπόφορα η ησυχία των ενοίκων της πολυκατοικίας επί της οδού Α. Ν. 2, μέρος της οποίας χρησιμοποιείται κακώς και άνευ της σχετικής αδείας ως ευκτήριος οίκος, όπως τούτο προκύπτει από την επισυναπτόμενη στο ανωτέρω έγγραφο της Μητροπόλεως, από 9.11.1988 καταγγελία της γενικής συνελεύσεως των ιδιοκτητών της πολυκατοικίας και η οποία καταγγελία, ως εξώδικος δήλωσις και διαμαρτυρία, κοινοποιήθηκε στο Υπουργείο την 29.11.1988. Λαμβανομένου υπ' όψιν, εξ άλλου, και του μικρού αριθμού των αιτούντων, δεν μπορούμε να εγκρίνουμε την ικανοποίηση του αιτήματος σας". Η αιτιολογία όμως αυτή της προσβαλλομένης πράξεως είναι πλημμελής, εν όψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, διότι τα πραγματικά γεγονότα και οι παρατεθείσες κρίσεις του επιχωρίου Επισκόπου, που τελικά απεδέχθη ο Υπουργός Παιδείας για την απόρριψη του αιτήματος, δεν συνιστούν καθ' εαυτά ένα εκ των λόγων για τους οποίους, κατά το Σύνταγμα, η Διοίκησις θα έδει να αρνηθεί την χορήγησιν της αδείας, ούτε άλλωστε υπάρχει και κρίσις ότι η συγκεκριμένη θρησκευτική δοξασία δεν είναι γνωστή ή ότι προσβάλλονται, κατά την άσκηση της λατρείας της, τα χρηστά ήθη ή η δημοσία τάξις ή ότι διενεργείται προσηλυτισμός. Εξάλλου ο αριθμός των αιτούντων την άδεια (επτά) δεν είναι, κατά κοινήν πείραν, τελείως ασήμαντος προς σχηματισμό θρησκευτικής κοινότητος υπό την ανωτέρω έννοια, ώστε εξ αυτού και μόνον του λόγου δεν ηδύνατο να απορριφθεί το σχετικό αίτημα (πρβλ. ΣΕ 3669/85, 381/80). Βασίμως, λοιπόν, προβάλλονται οι σχετικοί περί αναιτιολογήτου λόγοι ακυρώσεως και η προσβαλλομένη πράξις είναι ακυρωτέα.

5. Επειδή, εν όψει των εκτεθέντων σε προηγούμενη σκέψη, ο λόγος ακυρώσεως, ότι η αρμοδιότης του επιχωρίου Ορθοδόξου Επισκόπου δεν αναφέρεται σε νόμο τινά και ότι, πάντως, η άδεια λειτουργίας ευκτηρίου οίκου μη ορθοδόξου δεν μπορεί να εξαρτηθεί από την "συναίνεση ή σύμφωνη γνώμη" ορθοδόξου επισκόπου, στηρίζεται σε εσφαλμένη νομικά προϋπόθεση και είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

6. Επειδή, οι διατάξεις του άρθρου 2 του αν.ν. 1363/38, αναφερόμενες στην υποχρέωση προϊσταμένων θρησκευμάτων και δογμάτων για ενημέρωση του Υπουργείου Θρησκευμάτων περί του αριθμού των πιστών των κλπ., δεν έχουν εφαρμογή στην εν προκειμένω τηρητέα διαδικασία και συνεπώς ο λόγος ακυρώσεως, περί παραβάσεώς τους, είναι επίσης απορριπτέος ως αβάσιμος.

7. Επειδή, κατά συνέπεια, η προσβαλλομένη πράξις πρέπει να ακυρωθεί για πλημμελή αιτιολογία, η δε υπόθεσις πρέπει να αναπεμφθεί εις την Διοίκησιν για να ερευνήσει και πάλιν το αίτηματων αιτούντων, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα νόμιμα κριτήρια (βλ.ΣΕ 2350/90).

Δ ι α  τ α ύ τ α

Δέχεται την υπό κρίσιν αίτησιν. Ακυρώνει την υπ' αριθ. Φ76/Α3/126.29.12.1988 πράξιν του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση, κατά τα εις το αιτιολογικόν. Διατάσσει την επιστροφήν του παραβόλου. Επιβάλλει εις βάρος του Δημοσίου την δικαστικήν δαπάνην των αιτούντων εκ δραχμών εικοσιοκτώ χιλιάδων (28.000).Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 1992 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 12ης Μαϊου 1992.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Τ. Κούνδουρος

Η Γραμματέας Α. Κολιοπούλου

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.