ΜονΠρΒόλου 1214/2003 Πηγή : ΕλλΔνη 2004, 601 Αριθμός Απόφασης : 1214
'Ετος : 2003 Δικαστήριο : Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου
Αριθμός 1214/2003
Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου
....1. Από τη διάταξη του άρθρου 1003 ΑΚ συνάγεται ότι η από ακίνητο εκπομπή θορύβου που παραβλάπτει σημαντικά τη χρήση άλλου ακινήτου από τον κύριο αυτού, όπως μπορεί να συμβαίνει αν το καθιστά ανθυγιεινό ή ακατάλληλο για κατοικία, είναι πράξη παράνομη και γι' αυτό δεν έχει υποχρέωση ο κύριος αυτός να την ανέχεται. Το παράνομο όμως αίρεται αν η εκπομπή προέρχεται από χρήση συνηθισμένη για τα ακίνητα της περιοχής. Στην περίπτωση μάλιστα αυτή ο κύριος έχει υποχρέωση να ανέχεται την εν λόγω εκπομπή. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 57 § 1 εδ. α ΑΚ συνάγεται ότι, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του, έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τον προσβολέα να μην επαναληφθεί η προσβολή στο μέλλον. Το παράνομο της συμπεριφοράς του προσβολέα καθορίζεται από άλλες διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Έτσι από την ανωτέρω διάταξη σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 1 και 3 α.ν. 2520/1940, 417 ΠΚ, υπ' αριθ. 1023/2/37-ια/1996 αστυνομική διάταξη (μέτρα για την τήρηση της κοινής ησυχίας) συνάγεται ότι, όποιος σε αστική περιοχή διατηρεί εγκαταστάσεις (που παράγουν θόρυβο) ή χρησιμοποιεί ηχητικά όργανα (μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι καμπάνες των κωδωνοστασίων των εκκλησιών), εφόσον από τις εγκαταστάσεις αυτές ή τα ηχητικά όργανα δημιουργούνται θόρυβοι που προκαλούν ενόχληση σε ένοικο γειτονικού ακινήτου ή παράγονται δημόσια θόρυβοι που διαταράσσουν την ησυχία των γειτόνων στις ώρες κοινής ησυχίας ενεργεί παράνομα. Περαιτέρω, σε περίπτωση που με την ενόχληση ή διατάραξη βλάπτεται η υγεία του άλλου, προσβάλλει συγχρόνως παράνομα και την προσωπικότητα τούτου. Γι' αυτό έχει απέναντί του την υποχρέωση να παραλείψει και να μην επαναλάβει την προσβολή στο μέλλον. Όταν μάλιστα προσβάλλεται η προσωπικότητα του γείτονα, δεν έχει ισχύ η υποχρέωση ανοχής (για εκπομπές από συνηθισμένη κ.λπ. χρήση) που προβλέπει το άρθρο 1003 ΑΚ διότι πρόκειται για προσβολή διαφορετικών εννόμων αγαθών (ΑΠ 718/2001 ΝοΒ 50 (2002) σελ. 1097). Εν προκειμένω, οι αιτούντες, όπως το δικαστήριο εκτίμησε την αίτησή τους, ισχυρίζονται ότι ο πρώτος από τους καθών η αίτηση (ιερός ενοριακός ναός) διατηρεί εγκαταστάσεις κωδωνοστασίου που τις ρυθμίζει ο δεύτερος από τους καθών (εφημέριος του ναού). Ότι έχουν ρυθμίσει με αυτοματοποιημένο τρόπο να κτυπούν οι καμπάνες, ακόμη και τις ώρες κοινής ησυχίας, όχι μόνο ως ειδοποίηση των πιστών για τις τελούμενες ακολουθίες, αλλά και για τη σήμανση των ωρών και των ημιώρων, σε τόση μεγάλη όμως ένταση έτσι ώστε να εκπέμπονται θόρυβοι πέρα από τα ανεκτά όρια. Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι αυτοί είναι κύριοι γειτονικών με το ναό ακινήτων, καθώς και ότι εξ αιτίας των εκπομπών ήχου του κωδωνοστασίου έχει υποστεί βλάβη η ψυχική τους υγεία με αποτέλεσμα να προσβάλλεται παράνομα η προσωπικότητά τους. Για τους λόγους αυτούς, επικαλούμενοι τον επικείμενο κίνδυνο για την υγεία τους από τη συνεχιζόμενη ηχορύπανση, ζητούν να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα για την προστασία της προσωπικότητάς τους έτσι ώστε να παύσει στο μέλλον η παράνομη προσβολή της και ειδικότερα να υποχρεωθούν οι καθών η αίτηση να μη χτυπούν τις καμπάνες στις ώρες κοινής ησυχίας και σε κάθε περίπτωση να ρυθμίσουν τον ήχο στα ανεκτά όρια. Η υπόθεση ανήκει στην υλική και τοπική αρμοδιότητα του δικαστηρίου αυτού και εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 22, 18, 682, 683 § 1, 731 ΚΠολΔ). Σύμφωνα δε και με τις προαναφερόμενες αιτιολογίες, είναι νόμιμη και στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 57 § 1 εδ. α ΑΚ, 1, 3 α.ν. 2520/1940, 417 ΠΚ και στην υπ' αριθ. 1023/2/37-ια/1996 αστυνομική διάταξη (μέτρα για την τήρηση της κοινής ησυχίας). Εκτιμάται ότι δεν πρόκειται για διαφορά από τους περιορισμούς του γειτονικού δικαίου (άρθρα 1003 επ. ΑΚ), για την οποία αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο (άρθρο 15 αριθ. 3 ΚΠολΔ), αλλά για διαφορά από την προσβολή της προσωπικότητας που ανήκει στην υλική αρμοδιότητα του πολυμελούς πρωτοδικείου (άρθρο 18 ΚΠολΔ) και άρα τα ανάλογα ασφαλιστικά μέτρα διατάσσονται από το μονομελές πρωτοδικείο (683 § 1 ΚΠολΔ). Γι' αυτό οι αντίθετοι ισχυρισμοί των καθών η αίτηση πρέπει να απορριφθούν. Πρέπει δε να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα της υποθέσεως.
3. Από τις καταθέσεις των μαρτύρων στο ακροατήριο του δικαστηρίου και τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: Στο τέλος του καλοκαιριού 2002 ο καθού η αίτηση ιερός ναός που βρίσκεται στα Καλά Νερά Μαγνησίας ανακαίνισε το κωδωνοστάσιό του και εγκατέστησε σύγχρονο αυτοματοποιημένο σύστημα κωδωνοκρουσίας με πέντε καμπάνες (τέσσαρες μέτριες και μία μεγαλύτερη). Οι καμπάνες ρυθμίσθηκαν να χτυπούν για δύο λόγους: Ο ένας ανάγεται στην καθημερινή και κυριακάτικη λατρεία που κατά προορισμό τελείται στο ναό. Προειδοποιεί, κατά τα ειωθότα στην ορθόδοξη λατρεία, ότι θα γίνει κάποια ακολουθία ή επισημαίνει κάποιο σημείο της λατρείας που ήδη άρχισε. Έτσι ρυθμίσθηκε να χτυπάει πριν από την έναρξη του όρθρου το πρωί και του εσπερινού το απόγευμα η μεγάλη καμπάνα σύντομα και απλά, καθώς και όλες μαζί οι καμπάνες κάθε Κυριακή την ώρα της δοξολογίας στο τέλος του όρθρου πριν την έναρξη της θείας λειτουργίας (γύρω στις 9 το πρωί). Ο άλλος λόγος, για τον οποίο ρυθμίσθηκε να χτυπάει η μία από τις μικρές καμπάνες, ανάγεται στη λειτουργία του ωρολογίου του κωδωνοστασίου που αποτελεί και το ωρολόγιο του οικισμού. Χτυπάει μία φορά σε κάθε ημίωρο και στην αλλαγή κάθε ώρας τόσες φορές, όσες και οι σημαινόμενες ώρες (1-12). Πρόκειται δηλαδή για μία τυπική χρήση κωδωνοστασίου συνδυασμένου με ηχητικό ωρολόγιο. Πρέπει να διευκρινισθεί απαρχής ότι δεν είναι αληθές το υποστηριζόμενο από τους αιτούντες ότι οι καμπάνες χτυπούν ακόμη και στις ώρες κοινής ησυχίας που με την υπ' αριθ. 1023/2/37-ια/1996 αστυνομική διάταξη (μέτρα για την τήρηση της κοινής ησυχίας) έχουν καθορισθεί για τη θερινή περίοδο από 15.00-17.30 και από 23.00-07.00, ενώ κατά τη χειμερινή περίοδο από 15.30-17.30 και από 22.00-07.30. Το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή τηρούνται οι ώρες κοινής ησυχίας, βεβαίωσε ακόμη και η μάρτυρας αποδείξεως. Αναφορικά με την ένταση του ήχου των καμπάνων πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Κατ' αρχήν δεν υπάρχει ειδική νομοθεσία που να προβλέπει το ανεκτό όριο θορύβου που εκπέμπεται από κωδωνοστάσια εκκλησιών. Μία «αναλογία ανοχής» ωστόσο παρέχουν άλλες ρυθμίσεις. Είναι γνωστό ότι για τους θορύβους που προκαλούνται από τη μουσική των κέντρων διασκεδάσεως και λοιπών καταστημάτων με μουσική και σχετίζονται με την προστασία της δημόσιας υγείας έχει εκδοθεί η υπ' αριθ. 3010/15.1.86 υγειονομική διάταξη, η οποία προβλέπει μετρήσεις με ειδικά μηχανήματα της επιτρεπόμενης ηχοστάθμης. Έτσι μέσα στα κέντρα διασκεδάσεως η στάθμη του ήχου μπορεί να φθάνει έως τα 100 ντεσιμπέλ, ενώ για τα υπόλοιπα καταστήματα με μουσική που δεν έχουν χαρακτηρισθεί «κέντρα διασκεδάσεως» επιτρέπεται μέγιστη ηχοστάθμη έως 80 ντεσιμπέλ. Επίσης ειδικές μετρήσεις προβλέπονται και για τα υπαίθρια κέντρα διασκεδάσεως και λοιπά καταστήματα με μουσική. Γι' αυτά το όριο είναι 100 ντεσιμπέλ και η μέτρηση γίνεται δίπλα ακριβώς από την ενοχλούμενη, οικία, ξενοδοχείο κ.λπ (βλ. ΓνωμοδΕισΑΠ 17/1999, ΠοινΧρ 50 (2000) σελ. 179 = ΠοινΔικ 2000 σελ. 515). Στην προκείμενη περίπτωση, υπηρεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ μέτρησε στις 27.9.2002 την ένταση του ήχου μίας από τις μικρές καμπάνες που σημαίνει την ώρα και διαπίστωσε ηχοστάθμη 91 ντεσιμπέλ σε απόσταση 20-25 μέτρων από το κωδωνοστάσιο. Σημειώνεται ωστόσο ότι οι αιτούντες έχουν ο πρώτος ξενώνα με εστιατόριο σε απόσταση 90 μ. περίπου από το ναό και η δεύτερη ξενοδοχείο σε απόσταση 160 μ. από το ναό. Σαφώς λοιπόν, εάν η μέτρηση γινόταν με κέντρο τα οικήματα των αιτούντων, η ηχοστάθμη θα ήταν μικρότερη. Επειδή οι αιτούντες δεν έμειναν ικανοποιημένοι, ο εφημέριος του ναού κανόνισε χαμηλότερες εντάσεις. Έτσι η ίδια υπηρεσία στις 8.4.2003 διαπίστωσε ότι ηχοστάθμη για τις μικρές καμπάνες όταν χτυπούν μεμονωμένα ήταν 78 ντεσιμπέλ, για τη μεγάλη καμπάνα 100 ντεσιμπέλ και για τη σύγχρονη κρούση όλων 102 ντεσιμπέλ. Σε κάθε περίπτωση οι ηχοστάθμες αυτές θα ήσαν ανεκτές για ένα υπαίθριο νυκτερινό κέντρο διασκεδάσεως. Ανακύπτει ωστόσο ζήτημα κατά πόσο οι ήχοι που εκπέμπονται από το ένδικο κωδωνοστάσιο είναι ικανοί να θεωρηθούν ενοχλητικοί θόρυβοι που μπορούν να επηρεάσουν την υγεία των αιτούντων. Στην περί αυτού κρίση συμβάλλει (α) και το γεγονός ότι ο οικισμός των Καλών Νερών έχει εξαιρετικά μεγάλη τουριστική κίνηση που συνεπάγεται και ανάλογα αυξημένη ηχορύπανση (κέντρα διασκεδάσεως, αυτοκίνητα, μηχανάκια κ.λπ.). Αναλογικά λοιπόν οι κάτοικοι του οικισμού αυτού είναι περισσότερο από άλλα μέρη εθισμένοι στους θορύβους. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη (β) ότι η διάκριση του ήχου που προκαλεί βλάβη της υγείας και του ήχου που προκαλεί απλή ενόχληση, ερεθισμό, εκνευρισμό ή αναστάτωση είναι δυσχερής. |