ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΣτΕ 589/2021
Αριθμός Απόφασης : 589
'Ετος : 2021
Δικαστήριο : Συμβούλιο της Επικρατείας


Αριθμός 589/2021

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Γ΄

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Φεβρουαρίου 2021, με την εξής σύνθεση: Δ. Σκαλτσούνης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος, Μ. Τριπολιτσιώτη, Ιφ. Αργυράκη, Στ. Κτιστάκη, Αικ. Ρωξάνα, Σύμβουλοι, Σπ. Καρύδα, Ε. Κουλεντιανού, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Βασιλόπουλος.

Για να δικάσει την από 22 Απριλίου 2019 αίτηση:

του ***, κατοίκου *** (***), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Χαράλαμπο Χρυσανθάκη (Α.Μ. 11855), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά των: 1) Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος παρέστη με την Αφροδίτη Καρούκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, και 2) Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Θεόδωρο Παπαγεωργίου (Α.Μ. 24288), που τον διόρισε με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του,

και κατά του παρεμβαίνοντος Μητροπολίτου Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης Αντωνίου (Διονυσίου Αβραμιώτη), κατοίκου Βούλας Αττικής (Βασ. Παύλου 2), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Γρανά (Α.Μ. 29094), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του.

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί το από 5/4/2019 Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ, τ. ΥΟΔΔ, φ. 188/9.4.2019), καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Ιφ. Αργυράκη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη εξ αποστάσεως, με τη χρήση υπηρεσιακών τεχνολογικών μέσων, κ α ι
 

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο


1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (e-παράβολο ***).

2. Επειδή με την αίτηση αυτή, η οποία εισήχθη στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, λόγω σπουδαιότητας, με την από 22.5.2019 πράξη της Προέδρου του, ζητείται η ακύρωση: α) του π.δ. της 5.4.2019 (ΦΕΚ τευχ. Υ.Ο.Δ.Δ. 188/9.4.2019), με το οποίο αναγνωρίζεται και καθίσταται Μητροπολίτης της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος, κατά κόσμον Διονύσιος Αβραμιώτης, β) των πρακτικών της από 20.3.2019 συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος περί εκλογής του Επισκόπου Σαλώνων Αντωνίου ως Μητροπολίτη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης και γ) της από 2.4.2019 συνοδικής απόφασης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του αιτούντος για τη χορήγηση των ως άνω υπό στοιχείο β΄ πρακτικών, ως απορρήτων.

3. Επειδή, ο αιτών, με την ιδιότητά του ως ενορίτη ενορίας υπαγόμενης στην Μητρόπολη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης, με έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση (ΣτΕ 409/2008 Ολ., 2991, 3004/1996 Ολ., κ.ά.).

4. Επειδή, η υπόθεση συζητήθηκε κατά την παρούσα δικάσιμο σε συνέχεια της 2745/2020 προδικαστικής απόφασης του Τμήματος, με την οποία, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα σε αυτήν, αναβλήθηκε η συζήτηση της υπόθεσης, προκειμένου ο αιτών να λάβει γνώση των πρακτικών της επίδικης εκλογής, τα οποία είχαν διαβιβαστεί στο Δικαστήριο και τα οποία είχε αρνηθεί η Εκκλησία της Ελλάδος να του χορηγήσει με την τρίτη ως άνω προσβαλλόμενη πράξη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Κατόπιν της πιο πάνω προδικαστικής απόφασης του Τμήματος, με το 210/108/19.1.2021 έγγραφο, που υπογράφεται από τον Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, χορηγήθηκαν από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος αντίγραφα των πρακτικών της από 20.3.2019 συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, που αφορούν την επίδικη εκλογή στη θέση του Μητροπολίτη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης, καθώς και των πρακτικών της από 8.3.2012 συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, κατά την οποία ο εκλεγείς στην επίδικη θέση Μητροπολίτης είχε αναδειχθεί ως Τιτουλάριος Επίσκοπος. Εξ άλλου, σύμφωνα με το 4250/1789/17.9.2020 έγγραφο του Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου, το ως άνω πρακτικό της από 20.3.2019 συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου «αποτελεί ακριβές απόσπασμα εκ του Κώδικος Πρακτικών Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας ως και την μοναδική αποτύπωση των αυτόθι διαμειφθέντων μεταξύ των μελών της Ι.Σ.Ι. κατά το άρθρο 23 του Κανονισμού 1/1977 (Α’ 275), έτερο δε κείμενο, επίσημο ή ανεπίσημο, περί του περιεχομένου των συζητήσεων κατά την ως άνω Συνεδρία, δεν τηρείται και δεν υφίσταται», απορριπτομένου ως αβάσιμου του προβληθέντος με το από 4.2.2021 υπόμνημα του αιτούντος ισχυρισμού, σύμφωνα με τον οποίο το χορηγηθέν σε αυτόν πρακτικό της ως άνω από 20.3.2019, συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου δεν είναι το πλήρες. Υπό τα δεδομένα αυτά, εφόσον ο αιτών έλαβε γνώση των πρακτικών της συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου για την ένδικη εκλογή και δεν προέβαλε άλλη σχετική αμφισβήτηση, η κρινόμενη αίτηση, καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της τρίτης ως άνω προσβαλλόμενης πράξης, κατέστη πλέον αλυσιτελής και πρέπει, ως εκ τούτου, να απορριφθεί κατά το μέρος αυτό (πρβλ. ΣτΕ 1457/2018).

5. Επειδή, μόνη εκτελεστή και παραδεκτώς προσβαλλόμενη πράξη είναι το από 5.4.2019 προεδρικό διάταγμα περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως του εκλεγέντος Μητροπολίτη, με το οποίο τελειώθηκε η σύνθετη διοικητική ενέργεια της εκλογής. Στο διάταγμα αυτό ενσωματώθηκε η από 20.3.2019 απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, η οποία απαραδέκτως προσβάλλεται αυτοτελώς. Τυχόν δε πλημμέλειες της απόφασης αυτής εξετάζονται κατά τον έλεγχο του προσβαλλόμενου διατάγματος (ΣτΕ 409-410/2008 Ολ., 1571/1985 Ολ., 545/1978 Ολ., 2386-2387/2001 7μ., 2288/2000 7μ.).

6. Επειδή, με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς παρεμβαίνει υπέρ του κύρους του προσβαλλόμενου διατάγματος ο εκλεγείς στην Ιερά Μητρόπολη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης Μητροπολίτης.

7. Επειδή, στον ν. 590/1977 «Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (Α΄ 146), κατ’ εφαρμογή του οποίου πληρώθηκε η επίδικη θέση Μητροπολίτη της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης, ορίζεται ότι: άρθρο 1 «1... 2. Η Εκκλησία της Ελλάδος είναι αυτοκέφαλος, αυτοδιοικείται δε, εν τω πλαισίω των περί θρησκείας άρθρων του Συντάγματος, διά των εν ενεργεία Μητροπολιτών αυτής. 3. . ... 4. Κατά τας νομικάς αυτών σχέσεις η Εκκλησία της Ελλάδος, αι Μητροπόλεις ... είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ...»· άρθρο 3 «1. Ανωτάτη Εκκλησιαστική Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας (Ι.Σ.Ι.), συγκροτουμένη εκ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ως Προέδρου, και εκ πάντων των διαποιμαινόντων Μητροπόλεις Αρχιερέων ...»· άρθρο 4 «Η Ι.Σ.Ι. της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται επί παντός ζητήματος αφορώντος εις την Εκκλησίαν. Ειδικώτερον αύτη: ... ζ) Εκλέγει ... τους Μητροπολίτας κατά τα υπό του παρόντος οριζόμενα...»· άρθρο 17 «1. Εκλογή Αρχιερέως διενεργείται μόνον υπό της Ι.Σ.Ι. και εκ του εκάστοτε ισχύοντος καταλόγου κατά τα εν τοις επομένοις οριζόμενα. 2. Προκειμένου να εκλεγή τις Αρχιερεύς δέον να είναι εγγεγραμμένος εν τω καταλόγω των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων. 3. ...»· στο άρθρο 18 ορίζονται τα προσόντα για την εγγραφή στον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλογίμων και στα άρθρα 19-21 η διαδικασία κατάρτισης του πιο πάνω καταλόγου, ο οποίος ολοκληρώνεται δια μυστικής ψηφοφορίας από την Ι.Σ.Ι.· άρθρο 24 «1. Η εκλογή Μητροπολίτου προς πλήρωσιν χηρευούσης Μητροπόλεως ενεργείται εντός εξαμήνου το βραδύτερον από της ημέρας καθ’ ην εχήρευσεν αύτη υπό της Ι.Σ.Ι., συνερχομένης προς τούτο εκτάκτως, εφ’ όσον εντός του χρονικού τούτου διαστήματος δεν συμπίπτει ο χρόνος τακτικής συνόδου. 2. Η πλήρωσις Μητροπόλεως γίνεται κανονικώς δι’ εκλογής, εξαιρετικώς δε δύναται να γίνη κατ’ άσκησιν οικονομίας προς μείζον της Εκκλησίας όφελος και δια καταστάσεως μετ’ απόφασιν της Ι.Σ.Ι. λαμβανομένην κατά τα εις την επομένην παράγραφον οριζόμενα, ανεξαρτήτως δε της εδαφικής εκτάσεως ή του πληθυσμού της προς πλήρωσιν Μητροπόλεως. 3. ...»· άρθρο 25 «1. Προς πλήρωσιν χηρεύσαντος μητροπολιτικού τινός θρόνου τα μέλη της Ι.Σ.Ι., συνερχόμενα εις συνεδρίαν, εκλέγουν δια μυστικής ψηφοφορίας τρεις υποψηφίους εκ των εγγεγραμμένων εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων κληρικών. Έκαστος εκλέκτωρ υποχρεούται να αναγράψη εν τω ψηφοδελτίω αυτού τρεις υποψηφίους. Εν συνεχεία η Ι.Σ.Ι. δια μυστικής ψηφοφορίας και δια σχετικής πλειονοψηφίας εκλέγει ένα εκ των τριών προς πλήρωσιν της χηρευούσης Μητροπόλεως. 2. Εκλόγιμοι επίσης είναι άνευ εγγραφής εις κατάλογον οι καθ'οιονδήποτε τρόπον σχολάζοντες Μητροπολίται της Εκκλησίας της Ελλάδος, και οι Βοηθοί Επίσκοποι, ως και οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος Τιτουλάριοι Μητροπολίται και Επίσκοποι. 3. Εν περιπτώσει ισοψηφίας είτε μεταξύ των Μητροπολιτών, είτε μεταξύ Επισκόπων, προτιμάται ο έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης, μεταξύ Πρεσβυτέρων ή Διακόνων προτιμάται ο κατά βαθμόν ανώτερος, μεταξύ δε Πρεσβυτέρων ο έχων τα πρεσβεία της ιερωσύνης. 4. Μετά την κατά τα άνω εκλογήν τελείται το μικρόν Μήνυμα, μεθ’ ο η Ι.Σ.Ι. κατέρχεται εις το Συνοδικόν Παρεκκλήσιον και τελεί το Μέγα Μήνυμα.»· άρθρο 26 «1. Μετά την προς το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων γνωστοποίησιν υπό της Ι.Σ.Ι. της εκλογής, της τελέσεως του Μηνύματος και της χειροτονίας του εκλεγέντος, εφ’ όσον ούτος δεν ήτο Αρχιερεύς, εκδίδεται εντός δέκα ημερών, προτάσει του ασκούντος μόνον έλεγχον νομιμότητος Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Προεδρικόν Διάταγμα περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως του εκλεγέντος, δημοσιευόμενον δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 2. Μετά την προς την Ι.Σ.Ι. κοινοποίησιν του κατά την προηγουμένην παράγραφον Προεδρικού Διατάγματος ο νέος Μητροπολίτης δίδει ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, την υπό του άρθρου 16 παρ. 1 του παρόντος οριζομένην διαβεβαίωσιν, περί της εκπληρώσεως των «αρχιερατικών» αυτού καθηκόντων, μεθ’ ην ακολουθεί η κατά την εκκλησιαστικήν τάξιν ενθρόνισις.». Εξάλλου, αναφορικά με τους Τιτουλάριους Mητροπολίτες και Επισκόπους (κληρικούς που φέρουν τον τρίτο βαθμό της Ιερωσύνης άνευ ιδίας διοικητικής αρμοδιότητας - ΣτΕ 3645/1978, 2255-2260/1977 κ.ά.) και τους Βοηθούς Επισκόπους, προβλέπονται τα ακόλουθα: Στο άρθρο 27 του Καταστατικού Χάρτη (ν. 590/1977) προβλέφθηκε αρχικώς ότι «Αι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος νενομοθετημέναι θέσεις Βοηθών Επισκόπων καταργούνται άμα τη καθ’ οιονδήποτε τρόπον κενώσει των, η δε εν γένει κατάστασις των εν αυταίς ήδη υπηρετούντων διέπεται υπό των μέχρι τούδε κειμένων διατάξεων.», στην εισηγητική δε έκθεση αναφέρεται ότι «Κατηργήθη ο αντικανονικός θεσμός των τιτουλαρίων Μητροπολιτών ή Επισκόπων και των Βοηθών λεγομένων Επισκόπων». Στη συνέχεια, το άρθρο 13 του ν. 1951/1991 (Α΄ 84) αντικατέστησε το ανωτέρω άρθρο 27, προβλέποντας την εκ νέου δημιουργία οργανικών θέσεων Βοηθών Επισκόπων στην Εκκλησία της Ελλάδος και, ειδικότερα, τεσσάρων νέων θέσεων στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών (παρ. 1) και έξι θέσεων στις Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος (παρ. 2)· ορίστηκε επίσης ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος μπορεί με απόφασή της να ανυψώσει όλους τους Βοηθούς Επισκόπους και Τιτουλαρίους ύστερα από δεκαετή υπηρεσία σε Τιτουλαρίους Μητροπολίτες με τον τίτλο που φέρουν (παρ. 1) και, περαιτέρω, ότι οι ως άνω Βοηθοί Επίσκοποι, ύστερα από ευδόκιμη υπηρεσία πέντε ετών καθίστανται εκλόγιμοι για πλήρωση θέσης χηρεύουσας Μητρόπολης, με εκλογή και όχι με κατάσταση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 590/1977 (παρ. 5). Ακολούθησε ο ν. 2817/2000 (Α΄ 78), με το άρθρο 15 παρ. 8 του οποίου συστήθηκαν τρεις ακόμη θέσεις Βοηθών Επισκόπων για την άσκηση επιτελικών καθηκόντων, καταργήθηκε η παρ. 5 του άρθρου 27 του ν. 590/1977, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 13 του ν. 1951/1991, και προβλέφθηκε ότι οι Βοηθοί Επίσκοποι εξακολουθούν να είναι και μετά την εκλογή τους ως Βοηθών Επισκόπων εκλόγιμοι για πλήρωση χηρεύουσας Ιεράς Μητρόπολης, ενώ, στη συνέχεια, με το άρθρο 44 παρ. 1 του ν. 4521/2018 (Α΄ 38) συστήθηκε μία ακόμη θέση Βοηθού Επισκόπου για την άσκηση επιτελικών καθηκόντων. Είχε, εξάλλου, μεσολαβήσει και η δημοσίευση του ν. 3432/2006 (Α΄ 14), με το άρθρο 30 του οποίου καταργήθηκε η προϋπόθεση της δεκαετούς υπηρεσίας για την ανύψωση από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, των Βοηθών Επισκόπων και των Τιτουλαρίων σε Τιτουλάριους Μητροπολίτες. Ειδικότερα, το άρθρο 27 του ν. 590/1977, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 13 του ν. 1951/1991 και στη συνέχεια τροποποιήθηκε από το άρθρο 15 παρ. 8 περ. στ του ν. 2817/2000 και το άρθρο 30 περ. α του ν. 3432/2006, προβλέπει τα εξής: «1. Δημιουργούνται τέσσερις (4) νέες θέσεις Βοηθών Επισκόπων στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, οι οποίοι εκλέγονται από τον Κατάλογο των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων, από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ύστερα από πρόταση του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Οι παραπάνω Βοηθοί Επίσκοποι εκτελούν τα από τον Μακ. Αρχιεπίσκοπο καθήκοντα που με πράξη του, σαν αρμόδιος Ιεράρχης, τους αναθέτει. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος μπορεί, με απόφασή της, να ανυψώσει όλους τους Βοηθούς Επισκόπους και Τιτουλάριους σε Τιτουλάριους Μητροπολίτες με τον τίτλο που φέρουν. 2. Δημιουργούνται επίσης έξι (6) θέσεις Βοηθών Επισκόπων, οι οποίοι εκλέγονται κατά τα δια της παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου ειδικώς οριζόμενα. Οι παραπάνω θέσεις Βοηθών Επισκόπων πληρούνται υπό της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση και πρόταση Μητροπολίτου, η Ιερά Μητρόπολη του οποίου έχει πληθυσμό μεγαλύτερο από 50.000 ή η εδαφική διαμόρφωση όπως και όταν η πληθυσμιακή σύνθεση αυτής είναι ιδιάζουσα, και δικαιολογούν την παρουσία Βοηθού Επισκόπου στη συγκεκριμένη Μητρόπολη. Οι Βοηθοί Επίσκοποι της παραγράφου αυτής εκτελούν τα από τους οικείους Μητροπολίτες και με πράξη τους σ’ αυτούς καθήκοντα, που οι ίδιοι αρμόδιοι Μητροπολίτες τους αναθέτουν. 3. Τα των Μηνυμάτων και της χειροτονίας των παραπάνω Βοηθών Επισκόπων τελούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. 4. Οι Βοηθοί Επίσκοποι των παραγρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να λαμβάνουν από το Δημόσιο Ταμείο τις αποδοχές της θέσης την οποία κατείχαν πριν την εκλογή των ως Βοηθών Επισκόπων και το ασφαλιστικό καθεστώς αυτών δεν μεταβάλλεται.», ενώ το άρθρο 15 παρ. 8 του ν. 2817/2000, όπως η περ. α αυτού τροποποιήθηκε και η περ. δ αυτού προστέθηκε με το άρθρο 44 παρ. 1 του ν. 4521/2018, ορίζει ότι «8. α) Συνιστώνται τέσσερις (4) θέσεις Βοηθών Επισκόπων, τις οποίες δύνανται να καταλαμβάνουν αντιστοίχως οι κατέχοντες μία από τις ακόλουθες επιτελικές θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος: α) του Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου. β) του Διευθυντή του Γραφείου της Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και γ) του Διευθυντή του Διορθόδοξου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος. δ) του εκπροσώπου επί των Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ο Βοηθός Επίσκοπος της παρούσας διάταξης εξακολουθεί να λαμβάνει τις αποδοχές, που λάμβανε πριν την εκλογή του στη θέση αυτή, και το ασφαλιστικό καθεστώς του δεν μεταβάλλεται. β) Η εκλογή γίνεται από τους εγγεγραμμένους στον Κατάλογο των προς Αρχιερατείαν Εκλογίμων από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας, μετά από πρόταση τριών από αυτούς από το Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο. γ) Οι Βοηθοί Επίσκοποι αναφέρονται στο Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος και Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου, ασκούν δε τα καθήκοντά τους για όσο χρόνο κατέχουν, με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (Δ.Ι.Σ.), τις ως άνω θέσεις, άλλως παραμένουν ως Βοηθοί Επίσκοποι στον Αρχιεπίσκοπο. δ) Οι Βοηθοί Επίσκοποι λαμβάνουν τις προβλεπόμενες κατά τις κείμενες διατάξεις αποδοχές. ε) Με αποφάσεις της Δ.Ι.Σ., που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και στο Δελτίο "ΕΚΚΛΗΣΙΑ", καθορίζονται, συμπληρώνονται, τροποποιούνται ή καταργούνται διατάξεις που αναφέρονται στο περιεχόμενο της αποστολής εκάστου των ως άνω Βοηθών, το εύρος της, τις προϋποθέσεις ασκήσεώς της, όπως και κάθε άλλο θέμα σχετιζόμενο με αυτήν. στ) Οι Βοηθοί Επίσκοποι εξακολουθούν να είναι και μετά την εκλογή τους εκλόγιμοι για πλήρωση χηρεύουσας Ιεράς Μητροπόλεως. Η παρ. 5 του άρθρο 27 του ν. 590/1977 "Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος" καταργείται». Τέλος, στην παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 4521/2018 προβλέφθηκε ότι «Οι συσταθείσες πριν την έναρξη ισχύος του ν. 590/1977 "Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος" (Α΄ 146) θέσεις Βοηθών Επισκόπων, στις οποίες εξελέγησαν οι Επίσκοποι Αχελώου και Ευρίπου, μετά την κένωσή τους διατηρούνται ως θέσεις Βοηθών Επισκόπων της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και διέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 3 και 4 του άρθρου 27 του ν. 590/1977 (Α΄ 146). Οι Επίσκοποι, που θα εκλεγούν στις θέσεις αυτές, θα λαμβάνουν όποιες αποδοχές είχαν πριν την εκλογή τους και το ασφαλιστικό τους καθεστώς δεν μεταβάλλεται». Περαιτέρω, ο ν. 590/1977 προβλέπει στο άρθρο 28 ότι «Εν ταις Ιεραίς Ακολουθίαις μνημονεύουν ... οι Τιτουλάριοι Μητροπολίται “της Ιεράς ημών Συνόδου”, οι Βοηθοί και Τιτουλάριοι Επίσκοποί του επιχωρίου Αρχιερέως», στο άρθρο 32 παρ. 1 ότι «... οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος υπάρχοντες Τιτουλάριοι Επίσκοποι λαμβάνουν τας πάσης φύσεως αποδοχάς του Παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος Βοηθοί Επίσκοποι λαμβάνουν τας πάσης φύσεως αποδοχάς του Παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας ...», στο άρθρο 42 παρ. 2 ότι «...Εις περιπτώσεις καθ’ άς ήθελεν ανατεθή διοικητικόν ή εκκλησιαστικόν έργον εις κληρικόν φέροντα τον επισκοπικόν βαθμόν, δεν παρέχεται δια του παρόντος νομοθετική εξουσία προς σύστασιν αντιστοίχου οργανικής θέσεως Βοηθού Επισκόπου, Τιτουλαρίου Επισκόπου ή Τιτουλαρίου Μητροπολίτου.», στο άρθρο 58 ότι «Η Δ.Ι.Σ. δύναται να απονέμη εκάστοτε εις τους καθ’ οιονδήποτε τρόπον αποχωρούντας της ενεργού υπηρεσίας Μητροπολίτας και μετά συγκατάθεσιν αυτών τον τίτλον πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής ή Μητροπόλεως» και στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 68 ότι «Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος υπάρχοντες Τιτουλάριοι Μητροπολίται, Τιτουλάριοι Επίσκοποι και Βοηθοί Επίσκοποι διατηρούν πάντα τα εκ της ιδιότητός των ταύτης απορρέοντα δικαιώματα και ασκούν τα καθήκοντα της θέσεως εις ην διωρίσθησαν μέχρι της δι’ οιονδήποτε λόγον αποχωρήσεως αυτών. Εις τους άνευ αναφοράς συγκεκριμένης οργανικής θέσεως εκλεγέντας ανατίθενται, τη συγκαταθέσει Μητροπολίτου τινός, καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου ή ειδικόν έργον καθοριζόμενον υπό της Δ.Ι.Σ.».

8. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος συγκλήθηκε σε έκτακτη συνέλευση την 20η Μαρτίου 2019, με θέμα ημερήσιας διάταξης, μεταξύ άλλων, την πλήρωση της χηρεύουσας Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης (άρθρο 24 παρ. 1 και 2 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος). Κατά τη συνεδρίαση αυτή αποφασίστηκε η δι’ εκλογής πλήρωση της θέσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 25 παρ. 1 του Καταστατικού Χάρτη. Μετά την πρώτη ψηφοφορία για την κατάρτιση του τριπρόσωπου ψηφοδελτίου, κατά την οποία ψήφισαν 77 αρχιερείς, ανεδείχθησαν ως υποψήφιοι ο Αρχιμανδρίτης Αλέξιος Ψωίνος, ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος, και ο Αρχιμανδρίτης Αμφιλόχιος Ρουσάκης. Ακολούθησε η δεύτερη ψηφοφορία, κατά την οποία, ομοίως, ψήφισαν 77 αρχιερείς και ισοψήφησαν ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος και ο Αρχιμανδρίτης Αλέξιος Ψωίνος, με 38 ψήφους ο καθένας, ενώ βρέθηκε και ένα λευκό ψηφοδέλτιο. Με βάση το αποτέλεσμα αυτό, καθ’ ερμηνεία του άρθρου 25 παρ. 3 του Καταστατικού Χάρτη, εξελέγη Μητροπολίτης της ως άνω Ιεράς Μητροπόλεως ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος, διότι α. ήταν κατά βαθμό ανώτερος του Αρχιμανδρίτη Αλεξίου Ψωίνου, ο οποίος κατείχε τον βαθμό του Πρεσβυτέρου, και β. κατείχε τα πρεσβεία Ιερωσύνης. Κατά της εκλογικής αυτής διαδικασίας δεν υποβλήθηκαν ενστάσεις. Ακολούθως, μετά τον προβλεπόμενο στο άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 590/1977 έλεγχο νομιμότητας, εκδόθηκε το προσβαλλόμενο από 5.4.2019 προεδρικό διάταγμα περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως ως Μητροπολίτη της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης του κατά τα ως άνω εκλεγέντος Επισκόπου Σαλώνων Αντωνίου.

9. Επειδή, προβάλλεται ότι ο εκλεγείς μη νομίμως εξελέγη στην επίδικη θέση, διότι δεν συνέτρεχε στο πρόσωπό του καμία από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 25 του ν. 590/1977 προϋποθέσεις εκλογιμότητας για τη θέση αυτή. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι ο εκλεγείς δεν ήταν εγγεγραμμένος στον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων κληρικών, δεν είχε διατελέσει Τιτουλάριος Μητροπολίτης πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 590/1977, δεν ήταν Σχολάζων Μητροπολίτης, ούτε κατείχε θέση Βοηθού Επισκόπου, σε κάποια από τις θέσεις που συνεστήθησαν με τους ν. 1951/1991 (άρθρο 13), ν. 2817/2000 (άρθρο 15 παρ. 8) και ν. 4521/2018 (άρθρο 44). Κατά τον αιτούντα, η ανάδειξη του εκλεγέντος στο εκκλησιαστικό αξίωμα του Τιτουλαρίου Επισκόπου με τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Σαλώνων στη συνεδρία της 8.3.2012 της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και η ανάθεση σε αυτόν καθηκόντων Βοηθού Επισκόπου στην Περιφέρεια Παπάγου-Ψυχικού της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, βάσει αποφάσεων του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών, δεν του προσέδιδαν τις κατά νόμον ιδιότητες εκλογιμότητας.

10. Επειδή, όπως προκύπτει από τις μνημονευθείσες διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 1, 25 παρ. 1 και 2 και 27 του ν. 590/1977, εκλόγιμοι για την πλήρωση θέσης χηρεύουσας Μητρόπολης είναι, κατ’ αρχήν, οι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων κληρικών, ο οποίος συντάσσεται με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας (Ι.Σ.Ι) κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 18 έως και 21 του ιδίου νόμου. Εκλόγιμοι επίσης, και χωρίς εγγραφή στον κατάλογο αυτόν, είναι οι σχολάζοντες Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος καθώς και οι Βοηθοί Επίσκοποι˙ προβλεπόταν δε η εκλογιμότητα Τιτουλαρίων Μητροπολιτών και Επισκόπων, χωρίς εγγραφή στον ανωτέρω κατάλογο, όσων έφεραν τους εν λόγω τίτλους κατά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω ν. 590/1977. Περαιτέρω, ως προς τους Βοηθούς Επισκόπους, η αρχική βούληση του νομοθέτη ήταν να καταργήσει τις νομοθετημένες θέσεις τους με την κένωσή τους καθ’ οιονδήποτε τρόπο (άρθρο 27 του ν. 590/1977 πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 13 του ν. 1951/1991)· στη συνέχεια, όμως, δημιούργησε εκ νέου θέσεις (άρθρα 13 ν. 1951/1991, 15 παρ. 8 ν. 2817/2000, 44 ν. 4521/2018) και προέβλεψε ρητά την εκλογιμότητα σε θέση Μητροπολίτη των εκλεγόμενων στις πιο πάνω οργανικές θέσεις Βοηθών Επισκόπων, στις οποίες όρισε ότι ασκούν, κατ΄ αρχήν, τα καθήκοντα που τους αναθέτουν με πράξεις τους οι αρμόδιοι Ιεράρχες, μετά την εκλογή τους από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, από τον Κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων. Εν όψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι είναι δυνατή κατά τον νόμο η ανάθεση καθηκόντων σε Βοηθούς Επισκόπους χωρίς να απαιτείται σύσταση οργανικής θέσης (ανωτέρω άρθρο 42 παρ. 2 εδ. γ του ν. 590/1977), προκύπτει, για την ταυτότητα του λόγου, ότι και οι ασκούντες καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου χωρίς οργανική θέση, εφόσον έχουν εκλεγεί προς τούτο από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας από τον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων κληρικών, είναι ομοίως εκλόγιμοι σε θέση Μητροπολίτη.

11. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο εκλεγείς στην επίδικη θέση Μητροπολίτης, εγγεγραμμένος στον Κατάλογο των προς Αρχιερατεία Εκλόγιμων (όπως ίσχυε στις 5.3.2012), είχε εκλεγεί στις 8.3.2012 από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος Τιτουλάριος Επίσκοπος παρά τη Αρχιεπισκοπή Αθηνών με τον τίτλο της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Σαλώνων. Στη διαβεβαίωση που ο ως άνω έδωσε ενώπιον της Ιεράς Συνόδου την ημέρα της εκλογής του ως Τιτουλάριου Επισκόπου ανέφερε ότι «Εψηφίσθην ..., όπως, ..., κατασταθώ Τιτουλάριος Επίσκοπος της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Αγιωτάτης Επισκοπής Σαλώνων, διακονήσω δε ως Βοηθός Επίσκοπος παρά τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, αποδέχομαι την Διακονίαν ταύτην...». Περαιτέρω, με τις ΕΞ 2174/2010/1.8.2013, ΕΞ 4000/2015/15.12.2015 και ΕΞ 1927/2018/2.3.2018 πράξεις του Αρχιεπισκόπου Αθηνών ανατέθηκε στον ως άνω το διακόνημα του Αρχιερατικώς Υπεύθυνου της ΙΗ’ Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας Περιοχής Παπάγου-Ψυχικού. Μάλιστα το ΕΞ 1929/2018/2.3.2018 έγγραφο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, με το οποίο διαβιβάστηκε η τελευταία πράξη στους οριζόμενους με αυτήν ως αρχιερατικώς υπεύθυνους αρχιεπισκοπικών περιφερειών της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος, απευθύνεται στους «Βοηθούς Επισκόπους» της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, αναφέρει δε ότι με την πιο πάνω απόφαση καθορίζεται η διακονία των «Αρχιερατικώς Υπευθύνων Βοηθών Επισκόπων». Τέλος, σύμφωνα με το ΕΞ 289/2021/21.1.2021 έγγραφο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, από το τηρούμενο στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών υπηρεσιακό μητρώο προκύπτει ότι ο εκλεγείς στην επίδικη θέση Μητροπολίτης είχε εκλεγεί Τιτουλάριος Επίσκοπος «ίνα διακονήση ως βοηθός Επίσκοπος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών», παρέμεινε δε βοηθός Επίσκοπος έως και την ημερομηνία εκλογής του στην επίδικη θέση Μητροπολίτη. Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έχουν γίνει δεκτά στη σκέψη 10, ο ως άνω, ασκών ανατεθειμένα καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου χωρίς οργανική θέση, ήταν εκλόγιμος στην επίδικη θέση Μητροπολίτη και, επομένως, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

12. Επειδή, στην προεκτεθείσα διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του ν. 590/1977 ορίζεται ότι «Εν περιπτώσει ισοψηφίας είτε μεταξύ των Μητροπολιτών, είτε μεταξύ Επισκόπων, προτιμάται ο έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης, μεταξύ Πρεσβυτέρων ή Διακόνων προτιμάται ο κατά βαθμόν ανώτερος, μεταξύ δε Πρεσβυτέρων ο έχων τα πρεσβεία της ιερωσύνης». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι επί ισοψηφίας εκλέγεται Μητροπολίτης, μεταξύ κληρικών με διαφορετικούς βαθμούς, ο ανώτερος κατά τον βαθμό της ιερωσύνης, μεταξύ δε ομοιόβαθμων, εκείνος που κατέχει τα πρεσβεία της ιερωσύνης, καθόσον τα κριτήρια που τίθενται από τον νομοθέτη για την προτίμηση μεταξύ ισοψήφιων είναι: α) ο βαθμός της ιερωσύνης [οι βαθμοί της ιερωσύνης είναι διάκονος, πρεσβύτερος, επίσκοπος] και β) τα πρεσβεία της ιερωσύνης [η αρχαιότητα από τη χειροτονία στον κατεχόμενο βαθμό]. Η μη ρητή αναφορά του νομοθέτη στην περίπτωση ισοψηφίας μεταξύ Επισκόπων/Μητροπολιτών και κληρικών κατώτερου βαθμού, δεν δημιουργεί κενό, καθόσον από την ίδια διάταξη συνάγεται ότι, και στην περίπτωση αυτή, ακολουθείται ο ίδιος κανόνας των ανωτέρω κριτηρίων και, επομένως, δεν τίθεται ζήτημα κατ’ αναλογία εφαρμογής άλλων διατάξεων, όπως της πρόβλεψης του άρθρου 15 παρ. 3 εδ. β του ν. 590/1977 περί κληρώσεως, που αφορά τη διαδικασία εκλογής Αρχιεπισκόπου και εφαρμόζεται σε περίπτωση ισοψηφίας κατά την τρίτη ψηφοφορία για την εκλογή στη θέση αυτή, ούτε της διάταξης του άρθρου 15 παρ. 1 εδ. γ του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, η οποία, σε περίπτωση ισοψηφίας κατά τη διεξαγωγή μυστικής ψηφοφορίας για τη λήψη απόφασης συλλογικού οργάνoυ, προβλέπει ότι η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, νομίμως η Ιερά Σύνοδος, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 25 παρ. 3 του ν. 590/1977, θεώρησε εκλεγέντα στην επίδικη θέση Μητροπολίτη τον Επίσκοπο Σαλώνων Αντώνιο, δεδομένου ότι κατείχε ανώτερο βαθμό ιερωσύνης έναντι του ισοψηφήσαντος Αρχιμανδρίτη Αλεξίου Ψωίνου, ο οποίος κατείχε τον βαθμό του Πρεσβύτερου, απορριπτομένων όσων περί του αντιθέτου προβάλλει ο αιτών.

13. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, και εφόσον δεν προβάλλεται άλλος παραδεκτός και ορισμένος λόγος, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί και να γίνει δεκτή η παρέμβαση. Κατ’ εκτίμηση όμως των περιστάσεων, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πρέπει να επιβληθεί δικαστική δαπάνη στον ηττώμενο αιτούντα για την παράσταση των αντιδίκων του κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Δέχεται την παρέμβαση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Επιβάλλει στον αιτούντα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ, της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ, και του παρεμβαίνοντος, η οποία ανέρχεται σε εξακόσια σαράντα (640) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στις 9 Μαρτίου 2021

Ο Πρόεδρος του Γ΄ ΤμήματοςΟ Γραμματέας

Δ. Σκαλτσούνης Ν. Βασιλόπουλος

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 26ης Απριλίου 2021.

Ο Πρόεδρος του Γ´ ΤμήματοςΗ Γραμματέας

Δ. ΣκαλτσούνηςΚ. Γκιώκα

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.

Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.

Αθήνα, ...........................................................

Ο Πρόεδρος του Γ΄ ΤμήματοςΗ Γραμματέας
 

για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.