ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΑ ΝΕΑ
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ Ν.Υ. ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
 
ή δοκιμάστε την προηγμένη αναζήτηση 

Αναλυτική Αναζήτηση
Χρησιμοποιήστε την αναλυτική αναζήτηση με φίλτρα για καλύτερα στοχευμένα αποτελέσματα
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 340/2021 «Περί εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (ΦΕΚ Α' 163/02.09.2022)

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 340/2021

Περί εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

(ΦΕΚ Α' 163/02.09.2022)

 

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ

ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

 

 Έχουσα υπ’ όψει:

 1. τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 1, της παρ. ια’ του άρθρου 4 και των άρθρων 7 και 9 του ν. 590/1977 «Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος»,

 2. την ανάγκη συμπληρώσεως και επικαιροποιήσεως των διατάξεων για την ευχερέστερη οργάνωση και λειτουργία των συνεδριάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος,

 3. την από 1.9.2021 απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου,

 4. την από 7.10.2021 εγκριτική απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας,

 5. το γεγονός ότι από τον παρόντα Κανονισμό δεν προκαλείται δαπάνη στο κρατικό προϋπολογισμό, ψηφίζει τον υπ’ αρ. 340/2021 Κανονισμό, έχοντα ούτω:

 

Κανονισμός υπ’ αρ. 340/2021

Περί εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της

Εκκλησίας της Ελλάδος

 

Κεφάλαιο Α’

Άρθρο 1

 

                 1. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) της Εκκλησίας της Ελλάδος συγκροτείται κατά το άρθρο 7 του ν. 590/1977 (Α’ 146) από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και δώδεκα εν ενεργεία επαρχιούχους Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος και συγκαλείται σε πρώτη συνεδρία εντός του πρώτου δεκαημέρου του μήνα Σεπτεμβρίου εκάστου έτους κατόπιν εγγράφου προσκλήσεως του Μακαριωτάτου Προέδρου Της.

                 2. Κατά την ανωτέρω πρώτη συνεδρία τελείται η Ακολουθία επί τη ενάρξει των εργασιών της νέας Συνοδικής Περιόδου.

 

Άρθρο 2

 

                 1. Η συμμετοχή των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών στις εργασίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και η παρουσία αυτών σε έκαστη συνεδρία είναι υποχρεωτική, ενώ η άσκηση των Συνοδικών καθηκόντων λογίζεται υπέρτερη των υποχρεώσεων και καθηκόντων διαποιμάνσεως της Μητροπολιτικής επαρχίας εκάστου Συνοδικού Συνέδρου.

                 2. Σε περίπτωση απουσίας Συνοδικού Συνέδρου άνευ αδείας της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ή αδυναμίας ασκήσεως των Συνοδικών του καθηκόντων εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 590/1977.

 

Κεφάλαιο Β’

Τόπος και χρόνος των συνεδριών

 

Άρθρο 3

 

 Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος συνεδριάζει στην Αθήνα και στο Συνοδικό Μέγαρο, όπου στεγάζονται οι Συνοδικές Υπηρεσίες. Κατ’ εξαίρεση δύναται να πραγματοποιηθεί και σε άλλον τόπο συνεδρία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, εφ’ όσον σχετική ανάγκη επιβάλλει τούτο, μετά από προηγουμένη ομόφωνη απόφασή Της, κατόπιν προτάσεως του Προέδρου ή του προεδρεύοντος Αυτής, ή μέσω τηλεδιασκέψεως σε εξαιρετικές περιστάσεις συνδρομής, κατά την κρίση του Προέδρου ή του προεδρεύοντος Αυτής, είτε επείγοντος λόγου συνεδρίας είτε αδυναμίας συνεδριάσεως με φυσική παρουσία των μελών Της.

 

Άρθρο 4

 

                 1. Η Δ.Ι.Σ. συνεδριάζει τακτικώς την πρώτη εβδομάδα εκάστου μήνα, ενώ δύναται να παραταθούν οι συνεδριάσεις Της και κατά τις ημέρες της δεύτερης εβδομάδας, κατά την κρίση του Μακαριωτάτου Προέδρου, εξαιρουμένων των παρεμπιπτουσών Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών ή των μνημών εορταζομένων Αγίων, κατά την κρίση του Μακαριωτάτου Προέδρου.

                 2. Κατ’ εξαίρεση οι συνεδρίες, κατά μεν τον μήνα της εορτής του Πάσχα (και αναλόγως της ημερομηνιακής συμπτώσεως αυτής) δύνανται να ορίζονται σε εβδομάδες προηγούμενες ή επόμενες αυτής, ενώ κατά τον Ιανουάριο ορίζονται μετά την 7η του εν λόγω μήνα.

                 3. Κατά τα ανωτέρω, η Δ.Ι.Σ. δύναται να συνεδριάζει ως Συνοδικό Δικαστήριο αναλόγως προς τις τρέχουσες ανάγκες και κατά τις σχετικές διατάξεις του ν. 5383/1932 (Α’ 110).

                 4. Κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος διακόπτει τις εργασίες Της και συνεδριάζει μόνον εκτάκτως κατά τις εκάστοτε παρουσιαζόμενες ανάγκες και τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο.

 

Άρθρο 5

 

 Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος συνεδριάζει και εκτάκτως είτε δυνάμει πρωτοβουλίας και προσκλήσεως του Μακαριωτάτου Προέδρου είτε κατόπιν αιτήσεως επτά (7) τουλάχιστον Συνοδικών Συνέδρων, η οποία υποβάλλεται στον Μακαριώτατο Πρόεδρο. Στην ανωτέρω αίτηση πρέπει να αναγράφονται οι λόγοι που επιβάλλουν την έκτακτη συνεδρία.

 

Άρθρο 6

 

 Κατά το μεσολαβούν χρονικό διάστημα από την λήξη των συνεδριών εκάστου μήνα έως τις συνεδρίες του επομένου μήνα ο Μακαριώτατος Πρόεδρος ενεργεί κατ’ εξουσιοδότηση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, η οποία χορηγείται κατά την τελευταία συνεδρία εκάστου μήνα. Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει και μεταξύ συνεδριών της Δ.Ι.Σ., κατά τη διάρκεια των διακοπών λόγω του θέρους.

 

Άρθρο 7

 

                 1. Η έναρξη και η λήξη εκάστης Συνεδρίας κηρύσσεται διά προσευχής, τελουμένης υπό του Μακαριωτάτου Προέδρου ή, σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας του, υπό του πρώτου τη τάξει των Συνοδικών Αρχιερέων.

                 2. Οι συνεδρίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου δεν είναι δημόσιες. Απαγορεύεται εντός της αίθουσας συνεδριών η κατά τη διάρκειά τους παρουσία μη αρμοδίων προσώπων, εκτός εάν, κατόπιν αδείας του Μακαριωτάτου Προέδρου, κρίνεται απαραίτητη η πρόσκληση υπηρεσιακών παραγόντων ή άλλου προσώπου προς ενημέρωση των μελών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και για ειδική εκάστοτε περίπτωση.

                 3. Οι συνεδρίες καθ’ όλο το χρονικό διάστημα διεξαγωγής τους άρχονται από της 9ης πρωινής ώρας, εκτός εάν άλλως αποφασισθεί υπό του Μακαριωτάτου Προέδρου.

 

Άρθρο 8

 

                 1. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος ευρίσκεται σε απαρτία εάν τα παρόντα μέλη Της υπερβαίνουν κατά ένα το ήμισυ του συνόλου του προβλεπόμενου αριθμού τους, ήτοι εφ’ όσον οι παρόντες είναι τουλάχιστον οκτώ Σύνεδροι, του Προέδρου συμπεριλαμβανομένου.

                 2. Συνοδικός Σύνεδρος δύναται να αιτηθεί αδείας απουσίας σε εξαιρετική περίπτωση κωλύματός του και η άδεια παρέχεται υπό της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου κατόπιν εκτιμήσεως των προβαλλομένων λόγων. Η άνευ αδείας απουσία Συνέδρου επισύρει την ποινή του αποκλεισμού του από συνεδρίες ισάριθμες προς τις συνεδρίες, από τις οποίες απουσίασε άνευ αδείας.

                 3. Αποχώρηση Συνέδρου διαρκούσης της συνεδρίας σε ένδειξη διαμαρτυρίας του δεν επιτρέπεται. Ο ούτω περιφρονών το Σώμα υπέχει κανονική ευθύνη και αποβάλλεται των εργασιών του Σώματος έως και τρεις συνεδρίες του δυνάμει αποφάσεως της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.

 

Άρθρο 9

 

                 1. Οι Συνοδικοί Σύνεδροι παρίστανται κατά τις συνεδρίες φέροντες επανωκαλύμμαυχο και εγκόλπιο, ενώ καταλαμβάνουν πάντοτε τις θέσεις τους πέριξ της τράπεζας στην αίθουσα συνεδριών κατά τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης.

                 2. Ο Αρχιγραμματεύς φέρει επίσης επανωκαλύμμαυχο κ.λπ. και κάθεται δεξιά του Μακαριωτάτου Προέδρου, ενώ οι Γραμματείς αριστερά αυτού.

 

Κεφάλαιο Γ’

Αρμοδιότητες Προέδρου

 

Άρθρο 10

 

                 Ο Μακαριώτατος Πρόεδρος, εκτός των αναγνωριζόμενων σε αυτόν αρμοδιοτήτων υπό των Ιερών Κανόνων, της Παραδόσεως της Εκκλησίας και της τυπικής και λοιπής κανονιστικής νομοθεσίας, έχει και τις κάτωθι:

                 α) συγκαλεί την Διαρκή Ιερά Σύνοδο, συντάσσει και απευθύνει τις προσκλήσεις συμμετοχής των Σεβασμιωτάτων Συνοδικών Συνέδρων στις τακτικές και έκτακτες συνεδρίες Αυτής και προεδρεύει αυτών,

                 β) συντάσσει την ημερήσια διάταξη εκάστης συνεδρίας, κατόπιν εισηγήσεως του Αρχιγραμματέως,

                 γ) διευθύνει την συζήτηση και δίδει ή αφαιρεί τον λόγο,

                 δ) λαμβάνει τα υπό του παρόντος Κανονισμού προβλεπόμενα μέτρα προς τήρηση του Κανονισμού όπως και της ευπρέπειας και της τάξεως κατά τις συνεδρίες,

                 ε) προβαίνει σε ανακοινώσεις προς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο,

                 στ) ενεργεί κατ’ εξουσιοδότηση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου κατά το μεσολαβούν μεταξύ των συνεδριών Της χρονικό διάστημα κατά το άρθρο 6 του παρόντος και ανακοινώνει τις σχετικές ενέργειές του κατά την προσεχή πρώτη συνεδρία Της,

                 ζ) έχει κάθε άλλη αρμοδιότητα κατά τις ειδικότερες διατάξεις του παρόντος.

 

 

Κεφάλαιο Δ’

Περί της ημερησίας διατάξεως

 

Άρθρο 11

 

                 1. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος συνεδριάζει βάσει της ημερησίας διατάξεως, η οποία καταρτίζεται υπό του Προέδρου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου κατόπιν εισηγήσεως του Αρχιγραμματέως, και κοινοποιείται στους Σεβασμιωτάτους Συνοδικούς Συνέδρους σαράντα οκτώ (48) τουλάχιστον ώρες προ της ενάρξεως της συνεδρίας.

                 2. Στην ημερήσια διάταξη αναγράφονται ευσυνόπτως τα προς συζήτηση θέματα, ενώ δύναται να ορίζονται εισηγητές επ’ αυτών, όταν κρίνεται αναγκαίο.

                 3. Τα μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου δύνανται να αιτηθούν εγγράφως και αιτιολογημένως την αναγραφή θέματος στην ημερήσια διάταξη οποιασδήποτε εκ των επομένων συνεδριών. Επί της ανωτέρω αιτήσεως αποφασίζει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, η οποία ορίζει και την ημέρα συζητήσεως του προταθέντος θέματος.

 

Άρθρο 12

 

 Η συζήτηση επί θεμάτων μη αναγεγραμμένων στην ημερήσια διάταξη επιτρέπεται κατόπιν προτάσεως του Μακαριωτάτου Προέδρου και συγκαταθέσεως των Συνοδικών Συνέδρων.

 

Κεφάλαιο Ε’

Διεξαγωγή των συζητήσεων

Άρθρο 13

 

                 1. Τα θέματα συζητούνται κατά την σειρά αναγραφής τους στην ημερήσια διάταξη.

                 2. Κάθε μέλος που επιθυμεί να μιλήσει ζητεί τον λόγο από τον Μακαριώτατο Πρόεδρο και από αυτόν λαμβάνει τον λόγο. Απαγορεύεται η διακοπή του ομιλούντος υπό ετέρου Συνοδικού Συνέδρου.

                 3. Οι ομιλούντες απευθύνονται προς τον Μακαριώτατο Πρόεδρο και την Ιερά Σύνοδο και ουδέποτε προς έτερο Συνοδικό Σύνεδρο.

 

Άρθρο 14

 

                 1. Ο λόγος είναι ελεύθερος. Ουδείς όμως δύναται να μιλήσει πριν ζητήσει και λάβει αρμοδίως σχετική άδεια. Η άδεια χορηγείται κατά σειρά προτεραιότητας των αιτήσεων υπό του Μακαριωτάτου Προέδρου.

                 2. Ουδείς δύναται να μιλήσει επί θέματος εκτός ημερησίας διατάξεως.

                 3. Απαγορεύεται η ανάγνωση γραπτών ομιλιών. Μετά την προφορική ανάπτυξη του θέματος δύναται ο ομιλητής να καταθέσει κείμενό του για να συμπεριληφθεί στα πρακτικά, το οποίο δεν αναγιγνώσκεται. Στην παραπάνω περίπτωση αναγράφεται στα πρακτικά ότι το κατατεθέν κείμενο δεν αναγνώσθηκε κατά την συνεδρία. Επιτρέπεται η χρήση σημειώσεων προς υποβοήθηση της μνήμης του ομιλούντος. Η απαγόρευση του πρώτου εδαφίου δεν ισχύει προκειμένου περί εισηγήσεως, που ανατέθηκε δυνάμει εντολής της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ή του Προέδρου Της.

 

Άρθρο 15

 

                 1. Δεν επιτρέπονται οι διαλογικές συζητήσεις μεταξύ των Συνέδρων, οι διαξιφισμοί και οι προσωπικές διενέξεις. Διακοπές είναι επιτρεπτές μόνον κατόπιν συγκαταθέσεως του Μακαριωτάτου Προέδρου και του ομιλούντος.

                 2. Ο λαμβάνων τον λόγο ομιλεί μόνον επί του συζητουμένου θέματος, μη επιτρεπομένης της επεκτάσεώς του σε άσχετα θέματα, ειδάλλως, και ύστερα από προηγούμενη προειδοποίηση, ο Πρόεδρος του αφαιρεί τον λόγο.

                 3. Εάν μέλος λάβει τον λόγο άνευ αδείας του Μακαριωτάτου Προέδρου ή εάν εξακολουθεί να ομιλεί μετά την αφαίρεση του λόγου, τα λεγόμενά του δεν αναγράφονται στα πρακτικά, κατόπιν σχετικής εντολής του Μακαριωτάτου Προέδρου.

 

Άρθρο 16

 

                 1. Απαγορεύεται στους ομιλούντες να χρησιμοποιούν εκφράσεις μειωτικές του κύρους της Ιεράς Συνόδου, του Μακαριωτάτου Προέδρου ή των μελών Αυτής και γενικώς άκοσμες και αήθεις εκφράσεις.

                 2. Δεν επιτρέπεται συμπεριφορά ανάρμοστη προς την ιερότητα του έργου της Ιεράς Συνόδου, όπως και η εκ προθέσεως παρεμπόδιση της διεξαγωγής συνεδριάσεως ή η διατάραξή της μέσω προκλήσεως θορύβου ή αταξίας ή καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο.

                 3. Εάν Συνοδικός Σύνεδρος φρονεί ότι έτερος Αρχιερεύς δεν συμμορφώνεται προς τον Κανονισμό, αναφέρεται σχετικώς προς τον Μακαριώτατο Πρόεδρο και ζητεί από αυτόν την εφαρμογή του Κανονισμού, αλλά δεν δικαιούται να προβεί ο ίδιος σε παρατηρήσεις για τον λόγο αυτόν απ’ ευθείας προς τον έτερο Αρχιερέα.

 

Άρθρο 17

 

                 1. Συνοδικός Σύνεδρος που παραβαίνει τις διατάξεις του προηγουμένου άρθρου προσκαλείται υπό του Μακαριωτάτου Προέδρου να ανακαλέσει οιανδήποτε ανάρμοστη ή ανεπίτρεπτη έκφραση, και, σε περίπτωση δυστροπίας, ανακαλείται από τον Πρόεδρο στην τάξη.

                 2. Εάν ο ανακληθείς στην τάξη Σύνεδρος συνεχίζει την ανεπίτρεπτη συμπεριφορά του, ο Μακαριώτατος Πρόεδρος διατάσσει την αναγραφή στα πρακτικά της γενομένης ανακλήσεως. Προ της λήψεως της εν λόγω αποφάσεως ο Μακαριώτατος Πρόεδρος εγείρεται εκ της θέσεώς του και, αφού προαναγγείλει την πρόθεσή του, καλεί τον παρεκτρεπόμενο Σύνεδρο να παράσχει εξηγήσεις και ικανοποίηση. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφαίνεται δι’ ανατάσεως χειρών, εάν θεωρεί επαρκείς τις εξηγήσεις του Συνέδρου.

                 3. Εάν και μετά την αναγραφή της ανακλήσεως στα πρακτικά ο ανακληθείς στην τάξη Αρχιερεύς εμμένει στην ανεπίτρεπτη συμπεριφορά του, o Μακαριώτατος Πρόεδρος διατυπώνει κατ’ αυτού μομφή, που αναγράφεται στα πρακτικά.

                 4. Εάν και μετά την μομφή εξακολουθεί η απάδουσα συμπεριφορά εκ μέρους του Συνοδικού Ιεράρχου, είναι δυνατόν αυτός να αποκλεισθεί της συμμετοχής για μία (1) έως τρεις (3) εκ των επομένων συνεδριών δυνάμει αποφάσεως του Μακαριωτάτου Προέδρου.

 

Άρθρο 18

 

                 1. Ο αποκλεισμός εκ των συνεδριών της Ιεράς Συνόδου επιβάλλεται ιδίως:

                 α) όταν ο Ιεράρχης διά βίας ή απειλών αποπειράται ή επιβάλλει στην Ιερά Σύνοδο ή σε μέλος Αυτής την εκτέλεση ή παράλειψη πράξεως αναγομένης στην αποστολή Της,

                 β) όταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποπειράται ή παρακωλύει την διεξαγωγή ψηφοφορίας,

                 γ) όταν συνεχίζει, μετά την ανάκλησή του στην τάξη και την μομφή, την ανεπίτρεπτη και ανάρμοστη συμπεριφορά του έναντι του Σώματος, του Μακαριωτάτου Προέδρου και των Σεβασμιωτάτων μελών αυτού,

                 δ) όταν μέσω διατόρων κραυγών ή άλλων θορυβωδών εκδηλώσεών του ασεβεί προς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο.

                 2. Δύναται να προηγηθεί του αποκλεισμού του παρεκτραπέντος μέλους η απομάκρυνση ή αποβολή του από την συνεδρία της Δ.Ι.Σ. Προ της αποβολής του καλείται ο Σύνεδρος να δικαιολογηθεί.

                 3. Σε περιπτώσεις βαρείας παρεκτροπής, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος δύναται να επεκτείνει τον αποκλεισμό πέρα των τριών (3) συνεδριών. Σε περίπτωση υποτροπής του άπαξ παρεκτραπέντος και κατά τα ανωτέρω αποβληθέντος Ιεράρχου, η ποινή της αποβολής διπλασιάζεται. Σε περίπτωση τρίτης παρεκτροπής ο παρεκτρεπόμενος Ιεράρχης τίθεται υπό κατηγορία αυτεπαγγέλτως και ορίζεται αυθημερόν διά κληρώσεως ανακριτής μεταξύ των μελών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, ο οποίος και διεξάγει ένορκη ανάκριση.

                 4. Απαγορεύεται η αποχώρηση οιουδήποτε μέλους της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου από συνεδρία λόγω διαφωνίας του. Παράβαση της ανωτέρω διατάξεως συνεπάγεται πειθαρχική δίωξη κατά του παραβάτη επί καταφρονήσει της οικείας αυτού εκκλησιαστικής Αρχής.

 

Κεφάλαιο ΣΤ’

Ψηφοφορίες

 

Άρθρο 19

 

                 1. Οι ψηφοφορίες διακρίνονται σε φανερές και μυστικές. Οι φανερές διεξάγονται είτε με ονομαστική κλήση, αρχής γενομένης εκάστοτε από το νεώτερο τη τάξει Συνοδικό μέλος, είτε με ανάταση χειρός. Εάν η φανερή ψηφοφορία επιβάλλεται να είναι αιτιολογημένη, διεξάγεται απαραιτήτως με ονομαστική κλήση. Περί του είδους της ψηφοφορίας αποφασίζει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος μετά από εισήγηση του Μακαριωτάτου Προέδρου, εφ’ όσον το είδος ψηφοφορίας δεν ρυθμίζεται ρητώς υπό νόμου ή κανονισμού.

                 2. Σε περίπτωση ισοψηφίας, επί μεν φανερής ψηφοφορίας υπερισχύει η γνώμη του Μακαριωτάτου Προέδρου, επί δε μυστικής ψηφοφορίας επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία, και σε περίπτωση νέας ισοψηφίας, η πρόταση αποσύρεται.

 

Κεφάλαιο Ζ’

Πρακτικά

 

Άρθρο 20

 

                 1. α) Τα πρακτικά συνεδριών καταρτίζονται υπό του Α’ Γραμματέως - Πρακτικογράφου με την επικουρία του Β’ Γραμματέως - Πρακτικογράφου και υπό την εποπτεία του Αρχιγραμματέως, κατόπιν απομαγνητοφωνήσεώς τους, και αποδίδουν, κατά το εφικτό, πιστώς τα διαμειβόμενα στις συνεδρίες.

                 β) Τα πρακτικά δακτυλογραφούνται σε ηλεκτρονικό υπολογιστή ή σε έκτακτη περίσταση τηρούνται χειρογράφως και κατατίθενται προς επικύρωση. Το ηλεκτρονικό αρχείο καταγραφής της συνεδρίας μετά την επικύρωση των οικείων πρακτικών καταστρέφεται.

                 2. Η επικύρωση των πρακτικών εκάστης συνεδρίας γίνεται κατά την αμέσως επόμενη συνεδρία από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο κατόπιν αναγνώσεώς τους από τον Γραμματέα, που τα κατήρτισε. Μετά από την ανάγνωση ακολουθεί η συζήτηση επί των πρακτικών, σκοπός της οποίας είναι η διόρθωση ή συμπλήρωση των περιεχομένων των αναγνωσθέντων πρακτικών. Η εν λόγω διόρθωση ή συμπλήρωση καταχωρίζεται στο πρακτικό της επομένης συνεδρίας, ήτοι της ημέρας κατά την οποία διεξάγεται η συζήτηση επί των πρακτικών.

                 3. Κατά την συζήτηση επί των πρακτικών, έκαστος Συνοδικός Σύνεδρος δύναται να προτείνει την διόρθωση ή συμπλήρωση των λεχθέντων από αυτόν και μη επαρκώς διατυπωθέντων και να επιφέρει διορθώσεις των εκ παραδρομής παρεισφρησάντων στην αγόρευσή του φραστικών ή αριθμητικών λαθών.

                 4. Οι αγορεύσεις κατά την διάρκεια της συζητήσεως επί των πρακτικών γίνονται πάντοτε από στήθους, καθ’ όσον δεν νοείται κατ’ οίκον προκατασκευασμένη διόρθωση των διατυπωμένων στα πρακτικά ομιλιών.

                 5. Κατά την διεξαγωγή της συζητήσεως επί των πρακτικών οι Σύνεδροι περιορίζονται στην διόρθωση του περιεχομένου των πρακτικών. Αναφορά Συνέδρου σε παρεμφερή ή άσχετα θέματα απαγορεύεται απολύτως.

 

Άρθρο 21

 

                 1. Περί της επικυρώσεως των πρακτικών συνεδρίας γίνεται ειδική μνεία στην αρχή του πρακτικού, ενώ σε έκαστη συνεδρία γίνεται επικύρωση του πρακτικού της προτεραίας συνεδρίας. Τα πρακτικά συνεδρίας υπογράφονται στο τέλος του κειμένου τους υπό πάντων των συμμετασχόντων στην συνεδρία, που αφορούν τα επικυρούμενα πρακτικά, ενώ ο Μακαριώτατος Πρόεδρος μονογραφεί επί πλέον και έκαστη σελίδα των πρακτικών.

                 2. Δεν επιτρέπεται άρνηση υπογραφής των επικυρωμένων πρακτικών. Σε περίπτωση τέτοιας αρνήσεως, ο Μακαριώτατος Πρόεδρος καλεί τον αρνούμενο να τα υπογράψει, άλλως γίνεται μνεία περί της αρνήσεώς του ή και των λόγων της στα επόμενα πρακτικά.

                 3. Η μη υπογραφή μέλους στα πρακτικά συνεδρίας συνιστά περιφρόνηση προς το ιερό Σώμα της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, θεωρείται παρακώλυση των εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και ως τέτοια συνεπάγεται τις κυρώσεις του άρθρου 18 του παρόντος.

                 4. Τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίας κάθε μήνα, ως και των εκτάκτων συνεδριών επικυρώνονται αυθημερόν και υπογράφονται υπό μόνου του Μακαριωτάτου Προέδρου.

 

Άρθρο 22

 

                 1. Επί επειγουσών περιπτώσεων η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφασίζει να θεωρήσει επικυρωμένα αυθημερόν τμήματα ή και το σύνολο των πρακτικών της οικείας συνεδρίας.

                 2. Απαγορεύεται η μετάδοση, μαγνητοφώνηση ή βιντεοσκόπηση των διαμειβομένων κατά τις συνεδρίες υπό οιουδήποτε παρόντος σε αυτές. Τα πρακτικά συνεδριών της Δ.Ι.Σ. είναι απόρρητα ως προς τις συζητήσεις και εισηγήσεις. Επικυρωμένο απόσπασμα του περιεχομένου τους χορηγείται κατόπιν αδείας της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου μόνον στον μετασχόντα κατά την επίμαχη Συνεδρία Αρχιερέα ή Αρχιερέα που αφορά το απόσπασμα ή κατόπιν σχετικής εντολής δικαστικής αρχής στο πλαίσιο διεξαγόμενης έρευνας ή δίκης ή εάν είναι κατά νόμον αναγκαίο για την υλοποίηση της σχετικής αποφάσεως της Δ.Ι.Σ.

                 3. Τα πρακτικά βιβλιοδετούνται σε τόμους υπό την επιμέλεια του Αρχιγραμματέως και ενσωματώνονται στον Ιερό Κώδικα υπό των Κωδικογράφων.

                 4. Απαγορεύεται η δημοσίευση των πρακτικών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου άνευ αδείας του Μακαριωτάτου Προέδρου.

 

Άρθρο 23

 

Η εκτέλεση των εκάστοτε αποφάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου είναι υποχρεωτική και χωρεί ευθύς αμέσως μετά την επικύρωση και την υπογραφή των πρακτικών.

 

Κεφάλαιο Η’

Αρμοδιότητες του Αρχιγραμματέως

 

Άρθρο 24

 

                 1. Ο Αρχιγραμματεύς παρίσταται πάντοτε στις συνεδρίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, θεωρείται αναπόσπαστο όργανο της Ιεράς Συνόδου και τελεί υπό τον άμεσο έλεγχο του Προέδρου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.

                 2. Τον Αρχιγραμματέα απόντα, κωλυόμενο ή μη υπάρχοντα, αναπληροί ή αντικαθιστά κατά περίπτωση ο Α’ Γραμματεύς - Πρακτικογράφος ή ο Β’ Γραμματεύς - Πρακτικογράφος ή και έτερος εκ των Συνοδικών κληρικών υπαλλήλων, στον οποίον ανατίθενται καθήκοντα Αρχιγραμματέως δυνάμει αποφάσεως του Μακαριωτάτου Προέδρου.

 

Άρθρο 25

 

                 Ο Αρχιγραμματεύς εκπροσωπεί την Δ.Ι.Σ. και τον Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου σε περίπτωση μη παροχής σχετικής εξουσιοδοτήσεως υπό του Προέδρου σε μέλος Της, ενώ εκτός των μνημονευομένων σε άλλες διατάξεις αρμοδιοτήτων του έχει και τις κάτωθι:

                 α) εισηγείται τις ενώπιον της Ιεράς Συνόδου αγόμενες προς συζήτηση υποθέσεις, εκτός αν έχει ορισθεί ως ειδικός εισηγητής επί ορισμένου θέματος Συνοδικός Σύνεδρος,

                 β) επιμελείται της εκτελέσεως των αποφάσεων της Ιεράς Συνόδου,

                 γ) αποσφραγίζει την εισερχομένη αλληλογραφία και κατανέμει αυτήν αρμοδίως. Τα εμπιστευτικού περιεχομένου έγγραφα αποσφραγίζει μόνον ο Μακαριώτατος Πρόεδρος,

                 δ) τηρεί ενήμερη την Ιερά Σύνοδο επί των εκάστοτε εκκρεμών υποθέσεων,

                 ε) εφιστά την προσοχή της Ιεράς Συνόδου επί του συννόμου των εκάστοτε αποφάσεων, μνημονεύοντας κατά περίπτωση τις διατάξεις των κειμένων νόμων και των κανονισμών ή τις σχετικές γνωμοδοτήσεις ή εισηγήσεις της Νομικής Υπηρεσίας της Ιεράς Συνόδου,

                 στ) προΐσταται των υπηρεσιών και των υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθορίζει σε έκαστο τούτων το αντικείμενο της απασχολήσεώς του με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων και αρμοδιοτήτων και ελέγχει την καλή εκτέλεση των ανατιθεμένων εργασιών,

                 ζ) σε περίπτωση διαρροής του περιεχομένου Συνοδικού εγγράφου ή ετέρου τυχόν κειμένου υποβαλλομένου στην Ιερά Σύνοδο, διαπιστουμένης οίκοθεν ή κατόπιν καταγγελίας, ο Αρχιγραμματεύς ενεργεί διοικητική έρευνα προς διακρίβωση του υπευθύνου ή των υπευθύνων και κινεί την πειθαρχική διαδικασία ενημερώνοντας τη Δ.Ι.Σ.

 

Άρθρο 26

 

                 1. Εάν Συνοδικός Ιεράρχης έχει ανάγκη να μελετήσει ορισμένο φάκελο κατ’ οίκον, δύναται να το πράξει κατόπιν αδείας του Μακαριωτάτου Προέδρου και επί αποδείξει, μετά από αρίθμηση των εγγράφων του φακέλου, ενώ ο Αρχιγραμματεύς υποχρεούται να ζητήσει, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, την επιστροφή του φακέλου, και σε περίπτωση καθυστερήσεως να υποβάλει σχετικώς αναφορά στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο.

                 2. Τα εξερχόμενα υπηρεσιακά έγγραφα της Ιεράς Συνόδου υπογράφει ο Μακαριώτατος Πρόεδρος και ο Αρχιγραμματεύς, ενώ τα πρωτότυπα τους υπογράφουν και πάντες οι Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Αρχιερείς, έστω και εάν μειοψήφησαν ως προς το περιεχόμενό τους.

 

Άρθρο 27

 

                 1. Ο Αρχιγραμματεύς κατά κανόνα υποβάλλει στην Ιερά Σύνοδο τις υποθέσεις, με την χρονολογική σειρά και τάξη που φέρουν στο υπηρεσιακό πρωτόκολλο. Κατ’ εξαίρεση, εάν ορισμένη υπόθεση κριθεί υπό της Ιεράς Συνόδου ως επείγουσα, εισάγεται υπό του Προέδρου κατά προτίμηση.

                 2. Απαγορεύεται η παροχή αντιγράφων εγγράφων κατατεθειμένων στην Ιερά Σύνοδο, εκτός αν ζητηθούν μέσω αναφοράς αιτιολογημένης υπό του αιτούντος και την εγκρίνει ο Μακαριώτατος Πρόεδρος.

 

Άρθρο 28

 

                 1. Απαγορεύεται η μετάδοση των διαμειβομένων στις συνεδρίες υπό οιουδήποτε παρόντος σε αυτές. Η παράβαση συνεπάγεται κανονικές κυρώσεις και επιβάλλεται και η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσεως στους παραβάτες αρμοδίους εκκλησιαστικούς υπαλλήλους.

                 2. Επί των εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου εκδίδονται, όταν κρίνεται αναγκαίο, ανακοινωθέντα. Τα ανακοινωθέντα συντάσσει ο Συνοδικός Σύνεδρος, ο οποίος μετέχει κατά την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 590/1977 στην Συνοδική Επιτροπή επί του Τύπου, των Δημοσίων σχέσεων και της Διαφωτίσεως.

 

Άρθρο 29

 

                 1. Δεν επιτρέπεται σε κανένα να εξαγάγει από τις υπηρεσίες της Ιεράς Συνόδου οιονδήποτε βιβλίο ή έγγραφο ή εν γένει αρχείο ή να παράσχει οιανδήποτε πληροφορία επί υπηρεσιακού θέματος άνευ αδείας του Μακαριωτάτου Προέδρου.

                 2. Οι παραβάτες υπάλληλοι της ανωτέρω διατάξεως αρμόδιοι εκκλησιαστικοί υπάλληλοι τιμωρούνται πειθαρχικώς με την ποινή της οριστικής παύσεως, μη αποκλειομένων και των κανονικών κυρώσεων.

               

Άρθρο 30

 

 Ο παρών Κανονισμός των εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου δύναται να τροποποιηθεί υπό της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας κατόπιν εισηγήσεως της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

 

Άρθρο 31

 

                 1. Ο Κανονισμός 2/1977 «Περί εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (Α’ 275), όπως και κάθε γενική ή ειδική διάταξη Κανονισμού που αντίκειται στον παρόντα Κανονισμό, καταργούνται από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος.

                 2. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

                 3. Ο παρών Κανονισμός δημοσιεύεται και διά του επισήμου Δελτίου της Εκκλησίας της Ελλάδος «Εκκλησία».

 

Αθήνα, 7 Οκτωβρίου 2021

 

Ο Πρόεδρος

† Ο Αθηνών ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ

 

Ο Αρχιγραμματεύς

† Ο Ωρεών Φιλόθεος


Αριθμός Απόφασης :
'Ετος :
Δικαστήριο :


για τον "ΒΑΛΣΑΜΩΝ" συνδέσεις επικοινωνία συχνές ερωτήσεις όροι χρήσης Copyright © - Web Site by WeC.O.M.